Ανδρική Υπογονιμότητα

Home / Ανδρική Υπογονιμότητα

Σκοπός της εργασίας: Σκοπός της μελέτης μας είναι η καταγραφή της συμπεριφοράς και της γνώμης των ατόμων αυτών για τις διαδικασίες εφαρμογής των συγκεκριμένων μεθόδων.

Σχέδιο μελέτης:  Στην παρούσα ερευνητική εργασία, μελετήσαμε 73 ζευγάρια, που λόγω προβλήματος κατέ­φυγαν σε τρία συγκεκριμένα κέντρα υποβοηθούμενης αναπαραγωγής, το 2001.

Αποτελέσματα: Ο ανδρικός παράγοντας (36,2%) και το πρόβλημα των σαλπίγγων (27,5%), αποτελούν τους κυριότερους λόγους υπογονιμότητας των συγκεκριμένων ζευγαριών. Το 39,7% των ερωτηθέντων προσπαθούσε να επιτύχει κύηση, φυσιολογικά, δυο με τρία χρόνια, ενώ το 6,8% αυτών δεν έκανε καθόλου φυσικές προ­σπάθειες και στράφηκε αμέσως προς την υποβοηθούμενη αναπαραγωγή. Το 60,2% των ζευγαριών έχει ξαναπροσπαθήσει μέσω των συγκεκριμένων μεθόδων. Το 38,6% των ζευγαριών που έχουν ξανα­προσπαθήσει, είχε μία έως δύο επιτυχημένες προσπάθειες, ενώ το 18,2% είχε από πέντε και πάνω αποτυχίες. Η πλειοψηφία των ζευγαριών, τόσο σε περίπτωση επιτυχίας (69,9%), όσο και σε περίπτωση αποτυχίας (83,6%), θα ξαναπροσπαθήσει για κύηση. Οι επιτυχίες άλλων ζευγαριών (36,2%) και ο προ­σωπικός ιατρός (23,8%), ήταν οι παράγοντες που ενθάρρυναν τα ζευγάρια να στραφούν προς αυτή την κατεύθυνση. Παρ’ όλα αυτά, ο οικονομικός (29,3%) και ο ψυχολογικός παράγοντας (25,3%), τους επη­ρέασαν αρνητικά. Το 39,6% των ερωτηθέντων δεν εκφράζει κανένα παράπονο για την συνεργασία του με το κέντρο που επισκέφθηκε, όμως το 20,8% υποστηρίζει ότι του παρείχαν ανεπαρκή ψυχολογική υποστήριξη. Η ενημέρωση (37,5%) και η ψυχολογική υποστήριξη (33,3%), αποτελούν τις απαιτήσεις των ζευγαριών από το επιστημονικό προσωπικό.

Συμπεράσματα: Τα υπογόνιμα ζευγάρια υποστηρί­ζουν τις μεθόδους της υποβοηθούμενης αναπαραγωγής, αν και τους απασχολεί αρκετά, το οικονομικό και ψυχολογικό κόστος αυτών των διαδικασιών.

Εισαγωγή

Από τις σημαντικότερες προόδους της ιατρικής επιστήμης, αποτελούν οι μέθοδοι της υποβοηθού­μενης αναπαραγωγής. Αρχικά, οι μέθοδοι εφαρμόστηκαν σε γυναίκες με πρόβλημα σαλπίγ­γων και αργότερα, επεκτάθηκαν και σε άλλες περιπτώσεις στειρότητας.

Οι κυήσεις μετά από υποβοηθούμενη αναπα­ραγωγή διαφέρουν από τις άλλες, επειδή κεντρίζουν το ενδιαφέρον των επιστημόνων και πολλές είναι οι μελέτες που ασχολούνται με την πορεία τους. Αν και στην πλειοψηφία των κυήσεων παρατηρείται μια επιτυχή έκβαση, υπάρχουν αρκετοί κίνδυνοι, όπως, μεγαλύτερο ποσοστό αυ­τόματων εκτρώσεων, έκτοπης κύησης, ενδομήτριας και έκτοπης κύησης (συγχρόνως), παρουσία πολύδυμων κυήσεων (έως και 24%) και ανωμαλίες στον πλακούντα και τον ομφάλιο λώρο. Επίσης, η εμβρυϊκή και βρεφική θνησιμότητα μετά από κυήσεις με με­θόδους υποβοηθούμενης αναπαραγωγής, είναι περίπου διπλάσια έως τριπλάσια από το μέσο ό­ρο.

Με την παρούσα ερευνητική εργασία, σκοπεύου­με να καταγράψουμε την συμπεριφορά και την γνώμη των υπογόνιμων ζευγαριών, για τις δια­δικασίες εφαρμογής των μεθόδων υποβοηθού­μενης αναπαραγωγής.

Υλικό – μέθοδος

Μελετήσαμε, συνολικά, 73 ζευγάρια που αντιμε­τώπιζαν πρόβλημα γονιμότητας και κατέφυγαν σε κάποιο κέντρο υποβοηθούμενης αναπαραγωγής, το 2001 στην Ελλάδα. Επισκεφθήκαμε τρία τέτοια κέντρα στην Αθήνα [του Π.Γ.Ν. – μαιευτηρίου «Ε­ΛΕΝΑ ΒΕΝΙΖΕΛΟΥ» (41 περιπτώσεις), του Π.Γ.Ν. – μαιευτηρίου «ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ» (5 περιπτώσεις) και το ιδιωτικό κέντρο «ΕΜΒΡΥΪΚΗ ΔΗΜΙΟΥΡ­ΓΙΑ» (27 περιπτώσεις)]. Η μελέτη μας έγινε βάσει ερωτηματολογίου που συμπληρώθηκε μετά από προσωπική συζήτηση που είχαμε με τα ζευγάρια. Η πλειοψηφία του δείγματος μας αποτελείται α­πό άτομα που κατοικούν στην Αθήνα (74%), είναι ελληνικής καταγωγής (94,5%), οι γυναίκες είναι ηλικίας 36-40 ετών (35,6%), οι άνδρες είναι ηλι­κίας 41-45 ετών (30,2%), δεν έχουν παιδιά (83,6%), δεν παρουσιάζουν αποβολές (68,5%), δεν έκαναν έκτρωση (82,3%), ενώ το ποσοστό των γυναικών και ανδρών που καπνίζουν, είναι 58,9% και 61,6% αντίστοιχα.

Αποτελέσματα

Τα αίτια που δημιούργησαν την υπογονιμότητα στα ζευγάρια της μελέτης μας, παρουσιάζονται στον Πίνακα 1. Ο ανδρικός παράγοντας (36,2%) και το πρόβλημα των σαλπίγγων (27,5%), είναι οι δυο κυριότεροι λόγοι υπογονιμότητας. Όταν α­ναφερόμαστε στον ανδρικό παράγοντα, κυρίως εννοούμε την ολιγοσπερμία (37,8%) και την ασθε­νοσπερμία (27%).

Μελετώντας τα στοιχεία από τα οποία επηρεάστη­καν τα ζευγάρια προκειμένου να αποφασίσουν για το αν θα καταφύγουν ή όχι στην υποβοηθούμενη αναπαραγωγή (Πίνακας 2), παρατηρούμε ότι, τόσο οι επιτυχίες που είχαν άλλα παρόμοια ζευ­γάρια (36,2%), όσο και ο προσωπικός τους ιατρός (23,8%), τους ενθάρρυναν να προχωρήσουν προς αυτή τη κατεύθυνση. Αντίθετα, ο οικονομι­κός (29,3%) και ο ψυχολογικός παράγοντας (25,3%), τους επηρέασαν αρνητικά.

Το μεγαλύτερο ποσοστό των ερωτηθέντων (39,7%), προσπαθούσε να επιτύχει κύηση, φυ­σιολογικά, 2 με 3 χρόνια (Πίνακας 3). Αξίζει εδώ να τονισθεί ότι το 6,8% των ζευγαριών δεν προσπά­θησε φυσιολογικά και κατέφυγε κατευθείαν στην υποβοηθούμενη αναπαραγωγή, ενώ το 5,5% αυ­τών προσπάθησε λιγότερο από ένα έτος. Τα άτομα ενημερώθηκαν, κυρίως, από τους ειδικούς (40%) και έχουν ξαναπροσπαθήσει να αποκτή­σουν παιδί μέσω των μεθόδων υποβοηθούμενης αναπαραγωγής (60,2% ).

Το 38,6% του συνόλου των ζευγαριών που έχουν ξαναπροσπαθήσει, είχε επιτυχημένες προσπά­θειες (25% μία και 13,6% δυο), ενώ το 61,4% αυτών δεν απαντά και μάλλον οι προσπάθειες τους απέτυχαν. Το 18,2% είχε από πέντε και πά­νω αποτυχημένες προσπάθειες (9,1 % πέντε και 9,1 % περισσότερες). Ακόμη, το σύνολο των ερω­τηθέντων δηλώνει ότι θα επαναλάβει ξανά την προσπάθεια για κύηση, σε περίπτωση αποτυχί­ας το 83,6% και σε περίπτωση επιτυχίας το 69,9%. Οι τρεις κυριότεροι μέθοδοι που ακολου­θούνται από τα ζευγάρια μας είναι, η IVF (32%), η σπερματέγχυση (27,9%) και η μικρογονιμοποί­ηση (26,8%) (Πίνακας 4).

Στην υποθετική ερώτηση (Πίνακας 5) αν θα χρησιμοποιούσαν ή όχι σπέρμα δότη ή ωάριο δότριας, το 49% και το 60,3% αντίστοιχα, απάντησε αρνητι­κά. Η ενημέρωση (37,5%) και η ψυχολογική υποστήριξη (33,3%), αποτελούντα δυο σημαντι­κότερα στοιχεία που απαιτούν τα ζευγάρια από το ιατρικό και παραϊατρικό προσωπικό του κέ­ντρου στο οποίο απευθύνθηκαν (Πίνακας 6). Όπως φαίνεται το 39,6% των ερωτηθέντων δεν έχει κά­ποιο παράπονο από την συνεργασία του με το επιστημονικό προσωπικό που τον βοήθησε, αν και το 20,8% υποστηρίζει ότι η ψυχολογική υπο­στήριξη που του παρείχε το προσωπικό, ήταν ανεπαρκής. Γενικώς, το 90,4% των ζευγαριών, υποστηρίζει ότι δεν είχε δεχθεί καθόλου ψυχολογι­κή υποστήριξη από κάποιο ειδικό, ενώ τα λίγα άτομα που στηρίχθηκαν καταθέτουν ότι βοηθή­θηκαν σε μεγάλο βαθμό. Τέλος, μία στις δυο γυναίκες (50,7%) επιθυμεί την παρουσία του συ­ντρόφου της σε όλες τις διαδικασίες.

Σύμφωνα με τις τελευταίες στατιστικές μελέτες του Παγκοσμίου Οργανισμού Υγείας, περίπου 8-10% των ζευγαριών αντιμετωπίζει κάποιο πρόβλημα υπογονιμότητας. Στην αντιμετώπιση της υπογο νιμότητας, τον πρώτο λόγο έχει η Ιατρικώς Υποβοηθούμενη Τεκνοποίηση ή Αναπαραγωγή. Σε μελέτη που αποτελεί την πρώτη προσπάθεια συλλογής και επεξεργασίας των αποτελεσμάτων από την εφαρμογή των μεθόδων υποβοηθούμε νης αναπαραγωγής (από 12 κέντρα), στην Ελλάδα, προκύπτει ότι, το 1990, από τις 2920 εμβρυομεταφορές, 163 ενδοσαλπιγγικές μεταφο ρές γαμετών, 128 εμβρυομεταφορές για άλλες τεχνικές και 85 μεταφορές κατεψυγμένων εμβρύ ων που έγιναν στα συγκεκριμένα κέντρα, γεννήθηκαν 549 νεογνά, από τα οποία 166 ήταν δίδυμα, 51 τρίδυμα και 4 τετράδυμα.

Από την παρούσα ερευνητική εργασία, προκύπτει ότι το σημαντικότερο αίτιο υπογονομότητας είναι κυρίως ο ανδρικός παράγοντας (36,2%) και το πρόβλημα των σαλπίγγων (27,5%). Λέγοντας ανδρικός παράγοντας, εννοούμε κυρίως την ολιγοσπερμία (37,8%) και την ασθενοσπερμία (27%). Τα παραπάνω αποτελέσματα διαφέρουν από αυτά παρόμοιας εργασίας στην Ελλάδα, το 1990, όπου εκεί εμφανίζεται ως κυριότερη αι τία στειρότητας ο σαλπιγγικός παράγοντας.

Παρόμοια στοιχεία αναφέρει και ο Χρυσικόπου λος Α., το 2002, που θεωρεί τον γυναικείο παράγοντα (40-55%), ως την συχνότατη αιτία στειρότητας (σαλπιγγο- περιτοναϊκός παράγοντας 30-40%, διαταραχές ωοθυλακιορρηξίας 30-40%).Οι επιτυχίες άλλων παρόμοιων ζευγαριών (36,2%) και ο προσωπικός ιατρός (23,8%), απο τελούν τους παράγοντες που ενθάρρυναν τα ζευ γάρια να κατευθυνθούν προς την υποβοηθούμενη αναπαραγωγή. Σε ανάλογη έρευνα, ο σημα­ντικότερος παράγοντας που επηρεάζει τα ζευγάρια στο να επιλέξουν ένα κέντρο, είναι η επι τυχημένη πορεία του κέντρου ή της κλινικής. Αντίθετα, τόσο το οικονομικό θέμα (29,3%), όσο και ο ψυχολογικός παράγοντας (25,3%), τους ε­πηρέασαν αρνητικά. Σε κάποιες περιπτώσεις, το κόστος των μεθόδων αυτών, φαίνεται να μην επηρεάζει τις αποφάσεις των ατόμων. Στην Ελ λάδα, δεν υπάρχουν επίσημα οικονομικά δεδομένα που να αφορούν την υποβοηθούμενη αναπαραγωγή, δεν υπάρχει ολοκληρωμένο νο μοθετικό πλαίσιο και δεν έχουν τεθεί όρια κόστους, ούτε έλεγχος για τον ιδιωτικό τομέα. Στην Αμερι κή, το 2002, κάθε κύκλος IVF/ΙCSI κόστιζε κατά μέσο όρο 9547 $.

Το χρονικό διάστημα που το μεγαλύτερο ποσοστό των ερωτηθέντων (39,7%) προσπαθούσε φυσιο λογικά να επιτύχει κύηση, είναι δυο με τρία χρόνια. Αξίζει όμως να τονίσουμε ότι το 6,8% των ζευγα ριών στράφηκε αμέσως προς την υποβοηθούμενη αναπαραγωγή, χωρίς να έχουν προηγηθεί φυσικές προσπάθειες. Την κύρια πηγή ενημέρωσης των ζευγαριών, στην παρούσα ερ γασία, αποτελούν οι ειδικοί (40%). Παρόμοια έρευνα εμφανίζει τα ζευγάρια να καταφεύγουν ακόμα και στο internet προκειμένου να ενημερω θούν.

Το 60,2% των ατόμων που μελετάμε, έχει προ σπαθήσει ξανά, μέσω των συγκεκριμένων μεθόδων, να αποκτήσει παιδί. Η πλειοψηφία (61,4%) δεν απαντά εάν έχει επιτυχημένες προ σπάθειες (και μάλλον δεν έχει), ενώ το 38,6% είχε επιτυχημένες προσπάθειες (25% μία και 13,6% δύο). Από την άλλη πλευρά, το 18,2% είχε από πέντε και πάνω αποτυχημένες προσπάθειες (9,1 % πέντε και 9,1% περισσότερες). Τόσο σε πε ρίπτωση επιτυχίας (69,9%), όσο και σε περίπτωση αποτυχίας (83,6%), η πλειοψηφία θα ξαναπροσπαθήσει για κύηση. Όπως έχει αποδει χθεί, οι γυναίκες που έχουν αποκτήσει παιδί μέσω των συγκεκριμένων μεθόδων, είναι πιο θε τικές προς την εμπειρία που είχαν, σε σχέση με τις γυναίκες που τελικά δεν έγιναν μητέρες και είναι πιο αρνητικές απέναντι σε αυτές τις διαδικασίες.

Η IVF (32%), η σπερματέγχυση (27,9%) και η μι κρογονιμοποίηση (26,8%), αποτελούν τις τρεις κυριότερες μεθόδους που ακολούθησαν τα ζευ γάρια μας. Και σε άλλη μελέτη, η μέθοδος IVF επικρατεί των άλλων μεθόδων. Σε υποθετική ε ρώτηση που έγινε, παρουσιάζεται μια άρνηση των ατόμων να χρησιμοποιήσουν ξένο σπέρμα (49%) ή ωάριο (60,3%), σε περίπτωση δικού τους προ βλήματος. Σε παρόμοια έρευνα στην Ευρώπη, η πρόθεση των υπογόνιμων γυναι­κών να δωρίσουν ή να δεχθούν γενετικό υλικό, εμφανίζεται μεγάλη, όταν το γενετικό υλικό προ έρχεται από το συγγενικό περιβάλλον. Η ενημέρωση (37,5%) και η ψυχολογική υποστή ριξη (33,3%), αποτελούν τις δυο σημαντικότερες απαιτήσεις των ζευγαριών από το ιατρικό-παρα ϊατρικό προσωπικό του κέντρου στο οποίο απευθύνονται. Το 39,6% των ερωτηθέντων δεν εκφράζει κάποιο παράπονο για την συνεργασία του με το κέντρο που επισκέφθηκε. Όμως, το 20,8% υποστηρίζει ότι του παρείχαν ανεπαρκή ψυχολογική υποστήριξη. Σε άλλη ερώτηση, το90,4% των ζευγαριών αναφέρει ότι δεν δέχθηκε καμιά ψυχολογική υποστήριξη από ειδικό, ενώ τα άτομα που στηρίχθηκαν (8,2%), δήλωσαν ότι βο­ηθήθηκαν αρκετά. Επίσης, το 50,7% των γυναικών επιθυμούν την παρουσία του συντρό φου τους σε όλες τις διαδικασίες. Τα παραπάνω ποσοστά φανερώνουν την ανάγκη που έχουν όλα τα ζευγάρια για ψυχολογική υπο στήριξη. Και αυτό, γιατί όπως έχει αποδειχθεί, τα υπογόνιμα άτομα έχουν ενοχές, παρουσιά ζουν περισσότερο άγχος και φόβο για το παιδί που θα γεννηθεί, είναι πιο καχύπο πτα, παρουσιάζουν συμπτώματα κατάθλιψης και υποστηρίζουν ότι η περί οδος της κύησης τους προκαλεί περισσότερο άγχος, από αυτό που νιώθουν τα γόνιμα άτο μα.

Συμπερασματικά, βλέπουμε ότι τα ζευγάρια εμπι στεύονται και υποστηρίζουν τις μεθόδους της υποβοηθούμενης αναπαραγωγής και σκέφτονται να συνεχίσουν ακόμα και σε περίπτωση αποτυ χίας. Φαίνεται όμως, να τους απασχολεί αρκετά το οικονομικό και ψυχολογικό κόστος αυτών των διαδικασιών, γι’ αυτό και ζητούν μεγαλύτερη ψυχολογική υποστήριξη και ενημέρωση.