Παρακολούθηση της Κύησης

Home / Παρακολούθηση της Κύησης

Οι υπέρηχοι αποτελούν το βασικό και κύριο μέσο για τον έλεγχο του εμβρύου, καθώς οι δυνατότητες που παρέχουν είναι τεράστιες και η συμβολή τους στην προγεννετική διάγνωση είναι ιδιαίτερα αξιόλογη.

Συνοπτικά οι εφαρμογές των υπερήχων στην μαιευτική είναι οι ακόλουθες:

1. Πρώιμη διάγνωση ενδομητρίου κυήσεως και διαφορική διάγνωση από εξωμήτριο

2. Αποκλεισμός ή επιβεβαίωση δίδυμης ή πολύδυμης κύησης

3. Προσδιορισμός της ηλικίας κύησης με μεγάλη ακρίβεια, με μέτρηση του αμνιακού σάκου και του μήκους του εμβρύου

4. Διάγνωση της ηλικίας της κύησης σε συνδυασμό με το φυσιολογικό ή μη ρυθμό ανάπτυξης του εμβρύου, με μετρήσεις και συγκρίσεις της αμφιβρεγματικής διαμέτρου της κεφαλής, της περιμέτρου της κοιλιάς, του μήκους του μηριαίου οστού και άλλων μελών του εμβρύου

5. Αξιολόγηση των τιμών διαφόρων ουσιών (όπως η α εμβρυική πρωτείνη αFP, η β-hCG και ελεύθερη οιστριόλη), με τον προσδιορισμό της αυχενικής διαφάνειας και της πτυχής του εμβρύου

6. Διάγνωση διαφόρων ανωμαλιών διάπλασης του εμβρύου όπως ανεγκεφαλία, μικροκεφαλία, υδροκέφαλος, εγκεφαλοκήλη, μηνιγγομυελοκήλη, απόφραξη εντέρου, ασκίτης, υδροθώρακας, διάταση της ουροδόχου κύστεως, δισχιδής ράχη, ομφαλοκήλη, πολυκυστικοί νεφροί, αγενεσία νεφρών, ανωμαλίες καρδιάς-πνευμόνων, βραχέα ανώμαλα άκρα κλπ

7. Προσδιορισμός με ακρίβεια της θέσης του πλακούντα και διάγνωση του βαθμού ωρίμανσής του, καθώς και ανωμαλιών του όπως η μύλη κύηση και το χοριοαγγείωμα

8. Προσδιορισμός της ποσότητας και των μεταβολών του όγκου του αμνιακού υγρού καθώς και των περιοχών συγκέντρωσής του, διάγνωση υδραμνίου ή ολιγαμνίου

9. Έλεγχος της ροής του αίματος στον ομφάλιο λώρο, στο κυκλοφορικό σύστημα του εμβρύου, στις μητριαίες αρτηρίες και τα αγγεία του πλακούντα με τη μέθοδο Doppler

10. Προσδιορισμός πιθανότητας χρωμοσωμιακών ανωμαλιών στο έμβρυο με την αναγνώριση ορισμένων δεικτών

11. Διασφάλιση σε μεγαλύτερο βαθμό της ομαλής διενέργειας της αμνιοπαρακέντησης

Γενικά

Οι συχνότερες μεταβολές κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης παρατηρούνται από:

το δερμα
τους μαστους
την κοιλιά και τα γεννητικά όργανα της εγκύου
ενώ γίνονται αντιληπτοί και οι εμβρυϊκοί παλμοί.
Μεταβολές των γεννητικών οργάνων

Τα εξωτερικά γεννητικά όργανα και ο κόλπος κατά τη διάρκεια της κύησης παρουσιάζουν υπεραιμία και παρατηρείται αυξημένη αγγείωση των τοιχωμάτων του κόλπου. Οι ίδιες μεταβολές συμβαίνουν και στο περίνεο. Η υπεραιμία του κόλπου, καθώς και οι μεταβολές στον υποβλενογόνιο συνδετικό ιστό επιτρέπουν την αυξημένη διάταση, που συμβαίνει κατά τον τοκετό. Κατά την εγκυμοσύνη παρατηρείται μία αυξημένη κολπική έκκριση εξαιτίας της αύξησης έκκρισης βλέννας. Η μήτρα παρουσιάζει διάφορες μεταβολές αφενός για να μπορέσει να ανταποκριθεί στις ανάγκες του αυξανόμενου όγκου του εμβρύου και αφετέρου για να προετοιμαστεί κατάλληλα για την έξοδο του εμβρύου κατά τον τοκετό.

 

Μεταβολές των μαστών

Οι μαστοί αυξάνονται σημαντικά κατά τη διάρκεια της κύησης, λόγω μεταβολής των επιπέδων των οιστρογόνων και της προγεστερόνης. Διογκώνονται περίπου κατά το 1/3 του αρχικού τους όγκου και γίνονται ευαίσθητοι. Επίσης παρατηρείται υπεραιμία και διακρίνονται οι διατεταμένες φλέβες στους υποδόριους ιστούς. Τέλος, είναι πιθανό, όσο προχωρά η κύηση, να αποβάλλονται από τους εκφορητικούς πόρους είτε αυτόματα είτε προκλητά σταγόνες υγρού καθαρού ή κιτρινωπού, όπου ονομάζεται πύαρ ή πρωτόγαλα.

 

changingΜεταβολές του δέρματος

Η εναπόθεση μελαγχρωστικής στο δέρμα είναι συνήθης κατά την κύηση. Η άλως στις θηλές των μαστών αυξάνεται και γίνεται πιο σκοτεινή. Οι υποδόριοι αδένες της άλω μεγαλώνουν και προβάλλουν δημιουργώντας τα γνωστά φυμάτια Montgomery. Η περιοχή γύρω από τον ομφαλό χρωματίζεται από την εναπόθεση μελανίνης. Μελανίνη επίσης εναποτίθεται και στο μέτωπο, στη μύτη και τις παρειές και δημιουργείται έτσι το μητρικό χλόασμα.

 

Μεταβολές σωματικού βάρους και μεταβολισμού

Κατά τη διάρκεια μίας εγκυμοσύνης το σωματικό βάρος της εγκύου φυσιολογικά αυξάνεται κατά 11-13 κιλά. Από αυτά κατά μέσο όρο το βάρος του εμβρύου αφορά τα 3.300g, το βάρος του πλακούντα και των υμένων 650 g, η αύξηση του βάρους του μυομητρίου τα 1.150 g και το αμνιακό υγρό τα 700 g. Οι μαστοί αυξάνουν το βάρος τους κατά 400 g, ενώ υπάρχει και αύξηση του όγκου του αίματος και του εξωκυτταρικού υγρού. Το υπόλοιπο βάρος οφείλεται στην αποθήκευση λίπους από την έγκυο.

Κατά την εγκυμοσύνη υπάρχει και κάποιο οίδημα στα κάτω και ενδεχομένως και στα άνω άκρα και το πρόσωπο, το οποίο εάν δεν συνοδεύεται από άλλα ευρήματα, όπως υπέρταση, λευκωματουρία, καρδιοπάθεια κλπ, είναι φυσιολογική εκδήλωση της κύησης. Κατά τη διάρκεια της κύησης τα επίπεδα γλυκόζης του αίματος μειώνονται, ενώ αντιθέτως τα επίπεδα ινσουλίνης είναι πιο υψηλά. Eλαττώνονται ακόμη τα επίπεδα των λευκωμάτων και της λευκωματίνης από το πρώτο τρίμηνο της κύησης ενώ μετά διατηρούνται σταθερά, καθώς και το ουρικό οξύ και τα περισσότερα αμινοξέα. Ελλάτωση παρουσιάζεται και στην ουρία του αίματος και την κρεατινίνη ορού, καθώς και το φυλλικό οξύ, τη βιταμίνη Β12 και τη βιταμίνη Β6.

 

Μεταβολές του αιμοποιητικού συστήματος

Κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης παρατηρείται μία αύξηση του ολικού όγκου του αίματος, η οποία κυμαίνεται μεταξύ 48-52%, δηλαδή περίπου 1.500 με 2.000 cm3 Η αύξηση αυτή οφείλεται στην αύξηση του πλάσματος και των ερυθρών αιμοσφαιρίων. Εξαιτίας της γρήγορης αύξησης του πλάσματος σε αντίθεση με την βραδεία αύξηση των ερυθρών αιμοσφαιρίων παρατηρείται μία μείωση του αιματοκρίτη κατά 10% περίπου, μέχρι το τέλος του β΄τριμήνου. Η γλοιότητα του αίματος μειώνεται με αποτέλεσμα την ελάττωση της δύναμης, που απαιτείται από την καρδιά για την μετακίνηση του αίματος. Σημειωτέον ότι παρουσιάζεται βαθμιαία αύξηση των λευκών αιμοσφαιρίων από το δεύτερο μήνα της κύησης, τα οποία φθάνουν στο μέγιστο σημείο κατά την 30η εβδομάδα. Η ταχύτητα καθίζησης των ερυθρών αιμοσφαιρίων αυξάνεται κατά τη διάρκεια της κύησης για αυτό και πρέπει να υπάρχει προσεκτική αξιολόγησή της.

Στην κύηση επηρεάζεται ο μεταβολισμός του σιδήρου. Η σημασία του μεταβολισμού για την έγκυο φαίνεται από την αυξημένη συχνότητα της σιδηροπενίας. Η ποσότητα του σιδήρου που απορροφάται εξαρτάται από τις ανάγκες του οργανισμού. Η απορρόφηση του σιδήρου γίνεται από το ανώτερο τμήμα του λεπτού εντέρου και ενώνεται στην κυκλοφορία με μία β1 σφαιρίνη, προκειμένου να μεταφερθεί στα όργανα χρήσης και αποθήκευσής του. Από τις τροφές απορροφάται μόνο το 10% του προσλαμβανόμενου σιδήρου. Τροφές πλούσιες σε σίδηρο είναι το κρέας, το ήπαρ, ο κρόκος του αυγού, τα πράσινα λαχανικά και τα σιτηρά. Κάθε κύηση επιβαρύνει τον οργανισμό με 800 mg, ενώ οι ημερήσιες ανάγκες ανέρχονται περίπου στα 3mg. Από τις απαιτήσεις αυτές τα 500mg προορίζονται για την αιμοσφαιρίνη της μητέρας και τις συνηθισμένες απώλειας, ενώ τα 300 mg για την αιμοσφαιρίνη του εμβρύου. Το έμβρυο θα λάβει οπωσδήποτε το σίδηρο που χρειάζεται, ενεργητικά από τον πλακούντα, ακόμα και εάν η μητέρα έχει έλλειμμα σε σίδηρο.

Το φυλλικό οξύ, το οποίο απορροφάται κυρίως από το ανώτερο τμήμα του λεπτού εντέρου, είναι μία υδατοδιαλυτή βιταμίνη, που βρίσκεται σε δημητριακά, πράσινα λαχανικά, γιαούρτι, ξηρούς καρπούς κλπ. Οι ημερήσιες ανάγκες αυξάνονται κατά τη διάρκεια της κύησης και συνιστάται η χορήγηση φυλλικού οξέος ημερησίως, σε δόση 1mg. Η ανεπάρκεια του φυλλικού οξέος θεωρείται ότι έχει σχέση με αύξηση του ποσοστού πρόωρης αποκόλλησης του πλακούντα και των πρόωρων τοκετών.

 

Μεταβολές του πεπτικού συστήματος

Το γαστρεντερικού σύστημα επηρεάζεται πολύ κατά την κύηση. Εμφανίζονται ναυτίες, δυσκοιλιότητα, ενώ εμφανίζεται μεταβολή στην προτίμηση των φαγητών, αύξηση της όρεξης, βουλιμία και απέχθεια προς ορισμένα φαγητά. Το pΗ του στόματος παρουσιάζει πολλές αυξομειώσεις και μεταβολές οι οποίες μπορεί να προκαλέσουν τερηδόνα ή άλλες περιοδοντικές νόσους. Η έντονη σιαλόρροια που παρουσιάζεται ενδεχομένως να οφείλεται στην ανικανότητα κατάποσης του σιέλου από την έγκυο. Συχνά παρουσιάζονται όξινες ερυγές οι οποίες οφείλονται στην παλινδρόμηση του γαστρικού περιεχόμενου. Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι κατά τη διάρκεια της κύησης μειώνεται η έκκριση γαστρικού υγρού και ελαττώνεται και η οξύτητά του και έτσι μειώνεται η πιθανότητα πρόκλησης έλκους, ενώ είναι δυνατή και η επούλωσή του, καθώς αυξάνεται η έκκριση της γαστρικής βλέννας. Η κινητικότητα του στομάχου ελαττώνεται και ο χρόνος κένωσής του αυξάνεται, γεγονός που ενδεχομένως παρέχει μία εξήγηση για τη δυσπεψία και ναυτία, που παρουσιάζεται κατά την κύηση. Η κινητικότητα του λεπτού εντέρου μειώνεται, με συνέπεια την αυξημένη ικανότητά του για απορρόφηση των θρεπτικών ουσιών και βιταμινών. Επίσης και το παχύ έντερο έχει μειωμένη κινητικότητα, με αποτέλεσμα την αυξημένη απορρόφηση ύδατος και την εμφάνιση δυσκοιλιότητας. Το ήπαρ παρουσιάζει μικρές μεταβολές που αφορούν στο μέγεθος των ηπατικών κυττάρων και στην αύξηση της άθροισης λίπους και γλυκογόνου. Η αυξημένη συχνότητα κνησμού κατά την κύηση οφείλεται στην αύξηση της χολερυθρίνης του ορού. Η χοληδόχος κύστη είναι άτονη και η κένωσή της επιμηκύνεται.

 

Μεταβολές του κυκλοφορικού συστήματος

Κατά τη διάρκεια της κύησης ο κατά λεπτό όγκος αίματος αυξάνεται, εξαιτίας της αύξησης της καρδιακής συχνότητας και του καρδιακού παλμού. Η συστολική και διαστολική αρτηριακή πίεση μειώνονται ενώ αντίθετα η φλεβική πίεση των κάτω άκρων, των κοιλιακών φλεβών και της κάτω κοίλης φλέβας αυξάνεται. Ορισμένες φορές μάλιστα εμφανίζεται και το σύνδρομο υπότασης από πίεση της κάτω κοίλης φλέβας, κατά το οποίο ορισμένες έγκυες που βρίσκονται σε ύπτια θέση λιποθυμούν, γιατί η μήτρα πιέζει την κάτω κοίλη φλέβα και ελαττώνεται ο κατά λεπτό όγκος του αίματος. Οι επιμέρους αιμοδυναμικές επιβαρύνσεις, που παρουσιάζονται κατά την κύησης είναι η αύξηση του όγκου του πλάσματος και του όγκου του παλμού, η αύξηση της μάζας των ερυθρών αιμοσφαιρίων, η αύξηση της αιμάτωσης της μήτρας κατά ποσοστό 1.000% και η αύξηση του καρδιακού ρυθμού κατά 10-15 παλμούς το λεπτό.

 

Μεταβολές του αναπνευστικού συστήματος

Κατά τη διάρκεια της κύησης παρουσιάζονται μεταβολές της αναπνευστικής λειτουργίας οι οποίες οφείλονται τόσο σε μεταβολές του σχήματος της θωρακικής κοιλότητας και των αναπνευστικών μυών, όσο και στην επίδραση μερικών ορμονών, που μεταβάλλονται. Η αύξηση της μήτρας έχει ως αποτέλεσμα την άνοδο κατά 4cm περίπου του διαφράγματος, χωρίς να επηρεάζεται η λειτουργία του. Επίσης παρουσιάζεται αύξηση της διαμέτρου του θώρακα, καθώς και της πλευρικής γωνίας. Από τις ορμόνες, η προγεστερόνη, η οποία αυξάνει σταδιακά κατά τη διάρκεια της κύησης, έχει τη μεγαλύτερη σημασία και προκαλεί την πιο μεγάλη επίδραση.

Κατά τη διάρκεια της κύησης αυξάνεται η κατανάλωση οξυγόνου, η οποία αύξηση βρίσκεται σε πλήρη συμφωνία με την αύξηση της ικανότητας το αίματος να μεταφέρει το οξυγόνο αυτό. Επιπλέον παρουσιάζονται και άλλες μεταβολές στην αναπνευστική λειτουργία, όπως η σημαντική μείωση των βρογχικών αντιστάσεων, η ελάττωση του υπολειπόμενου όγκου αέρα και της λειτουργικής υπολειπόμενης χωρητικότητας, ενώ αυξάνεται ο αερισμός ανά λεπτό, με ταυτόχρονη αύξηση του αναπνεόμενου όγκου, αλλά η συχνότητα της αναπνοής δεν παρουσιάζει ιδιαίτερη μεταβολή. Επίσης κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης είναι δυνατό να παρουσιαστεί, εξαιτίας των οιστρογόνων, μία υπεραιμία των βλεννογόνων των ανώτερων αναπνευστικών οδών, γεγονός που μπορεί να προκαλέσει δυσχέρεια της ρινικής αναπνοής και αύξηση της εμφάνισης ριννορραγιών.

 

baby2Μεταβολές ουροποιητικού συστήματος

Η κυριότερη μεταβολή του ουροποιητικού συστήματος, κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης είναι η διάταση και υποκινητικότητα της νεφρικής πυέλου και των ουρητήρων. Η διάταση αυτή είναι πιο έντονη δεξιά.

Το σεξ αποτελεί μια από τις πιο ευχάριστες εκδηλώσεις του ανθρωπίνου είδους και είναι φυσικό πολλές φορές να δημιουργείται το ερώτημα: «είναι η σεξουα­λική επαφή κατά τη διάρκεια της κύησης ασφαλής ή δεν είναι;»

Η απάντηση είναι φυσικά σύνθετη, καθώς «είναι και δεν εί­ναι». Στην πραγματικότητα, η ασφάλεια εξαρτάται από πολ­λούς παράγοντες. Σε μια φυσιολογική αρχόμενη κύηση, όπου η μήτρα βρίσκεται σε πρόσθια θέση, συνήθως δεν υπάρχει πρόβλημα και η συνουσία είναι και παραμένει ευχάριστη και ικανοποιητική και για τα δύο μέλη. Κατά την κύηση η γυναίκα συνήθως βρίσκεται σε καλή ψυχολογική κατάσταση και τα γεννητικά της όργανα έχουν υγρανθεί περισσότερο από το σύνηθες, λόγω της αυξήσεως των ορμονών. Το στήθος της δε αυξάνεται σε μέγεθος, το σώμα της γίνεται πιο καμπυ­λώδες και η θηλυκότητά της πιο εμφανής. Έτσι η φύσις προ­νοεί ότι η γυναίκα θα αισθάνεται, και θα είναι, ακόμη πιο sexy από πριν. Ο άντρας συνήθως ανταποκρίνεται θετικά στην πρόσκληση αυτή της φύσεως με λαμπρά αισθησιακά και ψυχολογικά αποτελέσματα για το ζευγάρι. Ο οργασμός, ο οποίος επιτυγχάνεται, είναι ασφαλής για το έμβρυο, όταν δεν συντρέχουν άλλοι αρνητικοί παράγοντες ή ανώμαλες συνθήκες. Σε περιπτώσεις όμως επιπεπλεγμένων κυήσεων, η σεξουαλική επαφή δύναται να αποδειχθεί μοιραία για το έμβρυο, και η γυναίκα να καταλήξει με αποβολή.

Όμως ας αντιμετωπίσουμε την κύηση με έναν πιο επιστη­μονικό τρόπο και ας τη διαιρέσουμε σε τρεις φάσεις:

το 1ο τρίμηνο
το 2ο τρίμηνο
το 3ο τρίμηνο  

Ας εξετάσουμε τη σεξουαλική επαφή και το πόσο ασφαλής είναι ανά τρίμηνο και αναλόγως των υπαρχουσών συνθηκών.

1ο τρίμηνο

Εάν η μήτρα βρίσκεται σε πρόσθια θέση χωρίς να υπάρχουν επιπλοκές όπως π.χ. είναι οι ακόλουθες:

  • αποκόλληση πλακούντος,
  • πόνος,
  • περισσότερο από ένα κύημα,
  • πρόδρομος πλακούς (ο πλακούντας να είναι χαμηλά),
  • ανεπάρκεια του τραχήλου,
  • εξωσωματική γονιμοποίηση,
  • αιμορραγία κολπική αγνώστου αιτίας,

τότε η επαφή, εάν είναι αποδεκτή και από τους δύο και ευχά­ριστη, δεν υπάρχει λόγος να μην συντελείται.

Εάν όμως συντρέχει οποιοσδήποτε από τους παραπάνω λό­γους, υφίσταται απαγορευτική εντολή. Στην περίπτωση που το ζευγάρι δεν γνωρίζει το τι συμβαίνει ή έχει φοβίες, η συ­ζήτηση με τον ιατρό επιβάλλεται και πρέπει να είναι εκτε­ταμένη και αναλυτική, ώστε να υπάρξει σαφής εικόνα για τις δυνατότητες που υπάρχουν για μια ομαλή και ευχάριστη σεξουαλική ζωή. Βεβαίως όλες οι γυναίκες που βρίσκονται σε μια αρχόμενη κύηση δεν είναι απαραίτητο να έχουν και αυξημένη σεξουαλική διάθεση. Το libido πότε βρίσκεται σε υψηλό επίπεδο και πότε σε χαμηλό. Πάρα πολλές γυναίκες επηρεάζονται αρνητικά από τις σωματικές τους αλλαγές. Νομίζουν ότι το σώμα τους έπαυσε να είναι ερωτικό ή σεξου­αλικά αρεστό στον σύντροφό τους! Στο σημείο αυτό βλέπου­με τη χαρακτηριστική διαφορά με τον αντρικό ψυχισμό, ο οποίος τις περισσότερες φορές βλέπει και αντιμετωπίζει τη γυναίκα πολύ πιο ερωτικά και τη βρίσκει οπτικά σαγηνευτι­κή και «γήινη». Η εικόνα αυτή δημιουργεί πολύ μεγαλύτερη διάθεση στον σύντροφο, ο οποίος επιδιώκει την ερωτική συ­νεύρεση, εάν βεβαίως και η γυναίκα δεν τον αποτρέψει. Η κατάσταση αυτή πρέπει να γίνει αντιληπτή από τη γυναίκα και εφόσον συντρέχουν όλες οι συνθήκες ασφάλειας η αντι­μετώπισή της πρέπει να είναι θετική και απολύτως ερωτική. Το σημείο αυτό είναι πρωταρχικής σημασίας για να υπάρξει το «τελικό δέσιμο» στο ζευγάρι.

2ο τρίμηνο

Στο 2ο τρίμηνο της κυήσεως υπάρχουν τα ίδια κριτήρια για την επαφή, η οποία μπορεί να συνεχιστεί άφοβα. Το μόνο σημείο προσοχής πρέπει να είναι η επιλογή σεξουαλικών στάσεων οι οποίες να είναι αναπαυτικές και αποδοτικές για το ζευγάρι.

3ο τρίμηνο

Στο 3ο τρίμηνο υφίστανται τα ίδια πάντα κριτήρια αλλά με­τά τις 36 εβδομάδες η επαφή πρέπει να αποφεύγεται, διότι ο κίνδυνος πρόωρου τοκετού είναι παρών. Δεν είναι μόνο ο μηχανικός ερεθισμός της μήτρας και του γεννητικού γενι­κά συστήματος, που προκαλείται από το πέος, που αποτελεί τον εκκλυτικό παράγοντα ενός πρόωρου τοκετού. Υπάρχει μια ουσία που βρίσκεται στο σπέρμα και ονομάζεται προ­σταγλανδίνη. Η ουσία αυτή προκαλεί πρόωρες συσπάσεις, οι οποίες μπορεί να καταλήξουν σε πρόωρο τοκετό.

Στο σημείο αυτό θα ήθελα να ανακεφαλαιώσω με το να θέ­σω απαντήσεις σε κοινά ερωτήματα τα οποία τίθενται συχνά στον ιατρό.

mom and dadΤο σεξ μπορεί να βλάψει το μωρό μου;

Όχι, εάν δεν συντρέχουν οι συνθήκες που αναφέραμε στην αρχή του άρθρου. Το μωρό παραμένει τελείως προστατευ­μένο.

Μπορεί η επαφή ή ο οργασμός να προκαλέσει συσπάσεις ή αποβολή;

Ο οργασμός μπορεί να προκαλέσει συσπάσεις αλλά συνή­θως είναι διαφορετικού τύπου και είναι αθώες. Εάν υπάρ­χουν αρνητικοί παράγοντες και κυρίως στο 1° τρίμηνο, όπως μια μήτρα που βρίσκεται σε οπίσθια κλήση ή άλλοι υψηλού κινδύνου παράγοντες, τότε ο μηχανικός ερεθισμός και ο οργασμός μπορεί να δημιουργήσουν επιπλοκές, οι οποίες μπορεί να εξελιχθούν μέχρι και σε αποβολή του εμβρύου.

Είναι φυσιολογική η μεταβολή της διάθεσής μου για σεξ κατά την κύηση;

Είναι απολύτως φυσιολογική και πρέπει να είναι σεβαστή από τον σύντροφο. Σημαντικό ρόλο παίζουν οι ορμονικές μεταβολές και οι γενικές συνθήκες ζωής, όπως περιβάλλον, εργασία κ.λπ.

Ένα άλλο μεγάλο θέμα είναι η σεξουαλική επαφή μετά τη γέννα. Η πραγματικότητα είναι ότι η σεξουαλική επαφή με­τά τον τοκετό εξαρτάται από ποικίλους παράγοντες:

  • Πόσο δύσκολος ήταν ο τοκετός.
  • Τι βλάβες δημιουργήθηκαν στο γεννητικό σύστημα κατά τον τοκετό.
  • Πόσα λόχεια υπάρχουν.
  • Πόσος πόνος υπάρχει.
  • Τι διάθεση υπάρχει.

Εάν ο τοκετός ήταν εργώδης και δύσκολος, το οίδημα που προκαλείται στο γεννητικό σύστημα χρειάζεται αρκετό και­ρό για να υποχωρήσει και να επανέλθει το σύστημα στη φυ­σιολογική του κατάσταση. Βλάβες όπως ρήξεις και κοψίμα­τα, μπορεί να έχουν προκληθεί και φυσικό είναι να υπάρχει πόνος. Χρειάζεται συνεπώς η γυναίκα τον ανάλογο χρόνο για να επουλωθούν οι βλάβες και να υποχωρήσει η φοβία, η οποία είναι φυσικό να υπάρχει. Το ίδιο ισχύει και για τις επισιοτομές (κόψιμο) που κάνει ο μαιευτήρας για να διευ­κολύνει την έξοδο του μωρού.

Τα λόχεια, που είναι τα υγρά τα οποία αποβάλλονται από το γεννητικό σύστημα μετά τον τοκετό, αποτελούν μια δυσά­ρεστη κατάσταση για το ζευγάρι, χωρίς να ξεχνούμε πάντα και τον κίνδυνο για τη δημιουργία μολύνσεων. Καλό είναι να αποφεύγεται η επαφή, όσο αυτά υπάρχουν. Στον ψυχολογι­κό τομέα, η διάθεση της γυναίκας μεταβάλλεται ανάλογα με τις αλλαγές των ορμονικών της λειτουργιών, πράγμα το οποίο πρέπει να είναι σεβαστό από τον σύντροφό της.

Η φύση όμως είναι πάντα προνοητική και μέσα σε 40 ημέ­ρες, συνήθως, όλα έχουν έρθει στο φυσιολογικό τους επί­πεδο. Τότε, η σεξουαλική επαφή μπορεί να επανέλθει με ασφάλεια και χαρά, επαναφέροντας τη σχέση στα απολύτως φυσιολογικά της επίπεδα.

Το ζευγάρι πρέπει να γνωρίζει ότι η συζήτηση γύρω από σε­ξουαλικά ζητήματα με τον ιατρό δεν αποτελεί ταμπού, δεν είναι μόνο απαραίτητη αλλά και επιβάλλεται..

Το σεξ αποτελεί μια φυσιολογική εκδήλωση της ζωής και δεν πρέπει να αισθανόμαστε ντροπή. Πάντα να συζητάτε τα ζητήματα που σας απασχολούν με τον ιατρό σας, ώστε να υπάρχει το υψηλό επίπεδο υγείας και ζωής, που είναι συ­νυφασμένο με τον πολιτισμό και τον τρόπο ζωής του 21ου αιώνα.

 

Η πρωινή ναυτία και ο εμετός είναι συχνό φαινόμενο κατά τη διάρκεια του πρώτου τριμήνου της κύησης. Αν και διεθνώς έχει επικρατήσει ο όρος πρωινή ναυτία (morningsickness), τα συμπτώματα είναι δυνατό να παρουσιαστούν σε οποιαδήποτε ώρα της ημέρας. Οι στατιστικές μελέτες αναφέρουν ότι 50-70 % των εγκύων γυναικών θα παρουσιάσουν τα συμπτώματα μέχρι τη 16η εβδομάδα της κύησης (100η ημέρα) και από αυτές, το 20 % θα συνεχίσουν να έχουν ενοχλήματα για μεγαλύτερο διάστημα. Αν και τα συμπτώματα είναι ήπια, εν τούτοις είναι δυνατό να επηρεάσουν την ψυχική, πνευματική και κοινωνική δραστηριότητα της εγκύου. Ευτυχώς σπάνια και σε ποσοστό 0,5 – 2 % των εγκύων γυναικών, θα εμφανιστούν εντονότερα συμπτώματα που θα απαιτήσουν ίσως την εισαγωγή της εγκύου σε νοσοκομείο, προκειμένου να αντιμετωπισθούν τα σημεία της αφυδάτωσης και της έλλειψης ηλεκτρολυτών και βιταμινών (υπερέμεση της κύησης).

 

Η ακριβής αιτία του συνδρόμου της πρωινής ναυτίας δεν έχει κατανοηθεί ακόμα. Έχουν διατυπωθεί διάφορες απόψεις, όπως έλλειψη βιταμίνης Β, ενδοκρινικές μεταβολές και ιδίως η ορμόνη της κύησης (β χοριακή γοναδοτροπίνη), υπερλειτουργία του θυρεοειδή αδένα, ελάττωση του τόνου του γαστροοισοφαγικού σφιγκτήρα και μεταβολή της ηλεκτρικής δραστηριότητας των μυϊκών ινών του στομάχου, διαταραχή του μεταβολισμού των υδατανθράκων και ψυχοκοινωνικοί παράγοντες. Καμία όμως από της απόψεις αυτές δεν είναι ικανή να ερμηνεύσει πλήρως το σύνδρομο αυτό.

 

Η πρωινή ναυτία της κύησης, πέρα από τα ενοχλητικά συμπτώματά της, δεν εγκυμονεί κανέναν απολύτως κίνδυνο για τη μητέρα ή το έμβρυο. Η υπερέμεση της κύησης, αν και σοβαρότερη κατάσταση, επίσης δεν θέτει σε κίνδυνο την υγεία της μητέρας ή του εμβρύου, εφόσον αντιμετωπισθεί με ενδοφλέβια χορήγηση υγρών, ηλεκτρολυτών και βιταμινών.

 

Αν και δεν είναι δυνατόν από πριν να διαπιστωθεί αν μια γυναίκα διατρέχει τον κίνδυνο να εμφανίσει υπερέμεση της κύησης, μερικοί ερευνητές θεωρούν πως οι παρακάτω παράγοντες αυξάνουν τις πιθανότητες:

 

· Νεαρή ηλικία της εγκύου
· Προϋπάρχουσα παχυσαρκία
· Δίδυμη κύηση
· Πρώτη κύηση
· Υπερέμεση σε προηγούμενη κύηση
· Ιστορικό αποβολών

 

 

Εφόσον δεν συντρέχει κανένας απολύτως κίνδυνος τόσο για τη μητέρα όσο και για το έμβρυο, αυτό που πραγματικά κρίνεται απαραίτητο είναι να πεισθεί η έγκυος πως πρόκειται για μια παροδική κατάσταση. Τα συμπτώματα θα βελτιώνονται όσο προοδεύει η εγκυμοσύνη και μετά τον 4ο μήνα συνήθως εξαφανίζονται.

 


Απλές διατροφικές συμβουλές και παρεμβάσεις στην καθημερινή δραστηριότητα της εγκύου, που μπορούν να τη βοηθήσουν να προλάβει ή να αντιμετωπίσει τα ενοχλήματα είναι:

 

1. Να αποφεύγει τα μεγάλα γεύματα και να προτιμά να τρωει συχνά και μικρές ποσότητες τροφής.
2. Να πίνει άφθονα υγρά μία τουλάχιστον ώρα μετά το γεύμα και όχι ταυτόχρονα με αυτό έτσι ώστε να αποφευχθεί ο γαστρικός φόρτος.
3. Να αποφεύγει τις λιπαρές τροφές (βούτυρο, μαργαρίνη, μαγιονέζα, τηγανητά) και τα φαγητά που στο μαγείρεμα αναδίδουν έντονες οσμές.
4. Να σηκώνεται από την καρέκλα μετά το γεύμα και να ξαπλώνει τουλάχιστον μισή ώρα μετά από αυτό. Έτσι θα περιοριστεί η παλινδρόμηση γαστρικού περιεχομένου από το στομάχι στον οισοφάγο.
5. Να προτιμά γιαούρτι, γάλα, χυμούς ή ψωμί πριν την νυκτερινή κατάκλιση.
6. Αμέσως μετά το πρωινό ξύπνημα να τρώει ψωμί, δημητριακά ή crackers.
7. Τα ανθρακούχα ροφήματα ή το μεταλλικό νερό (σόδα) είναι δυνατό να περιορίσει τη δυσφορία.

 

belonismos1Ο βελονισμός αποτελεί μια ασφαλέστατη και αποτελεσματική παρέμβαση, που έχει αποδειχθεί ότι μπορεί να συμβάλλει στην βελτίωση των συμπτωμάτων. Το σημείο που χρησιμοποιείται, ανήκει κατά την Παραδοσιακή Κινέζικη Ιατρική στο Μεσημβρινό του Περικαρδίου (Περικάρδιο 6 ή Neiguan) και εντοπίζεται στο αντιβράχιο, τρία περίπου δάκτυλα από την καμπτική πτυχή του καρπού, ανάμεσα στους δύο τένοντες. Η αποτελεσματικότητα του σημείου αυτού όσον αφορά την καταπολέμηση της ναυτίας και του εμέτου, έχει καταδειχθεί σε πολυάριθμες μελέτες που δημοσιεύθηκαν στον διεθνή ιατρικό τύπο. Ο βελονισμός εκτελείται με αποστειρωμένες βελόνες μιας χρήσεως και το βάθος εισόδου της βελόνας δεν υπερβαίνει το μισό εκατοστό. Εναλλακτικά μπορεί να χρησιμοποιηθεί αντί της βελόνας η δέσμη ενέργειας από συσκευή LASER. Οι συνεδρίες επαναλαμβάνονται κάθε δύο ή τρεις ημέρες.

 

handΠαραλλαγή της μεθόδου αυτής αποτελεί η μάλαξη (μασάζ) και η πίεση του σημείου από την ίδια την έγκυο. Με τον αντίχειρα του αντίθετου χεριού, ασκείται μέτρια πίεση και συγχρόνως μάλαξη με ελαφρές κυκλικές κινήσεις, για 5 περίπου λεπτά, τρεις έως τέσσερις φορές την ημέρα ή όταν υπάρχουν συμπτώματα. Στο εμπόριο κυκλοφορούν ειδικές ελαστικές ταινίες (SeaBands) που η έγκυος εφαρμόζει σαν βραχιόλι, στην περιοχή που βρίσκεται το σημείο. Επειδή όμως η πίεση που μπορούν οι επίδεσμοι αυτοί να ασκήσουν μπορεί να είναι ανεπαρκής ή αντίθετα πολύ ισχυρή και παρατεταμένη, χρειάζεται ιδιαίτερη προσοχή στην εφαρμογή τους. Νεότερης τεχνολογίας συσκευή, που επίσης εκμεταλλεύεται τις αντιεμετικές ιδιότητες του σημείου βελονισμού Περικάρδιο 6, έχει πάρει έγκριση από την οργανισμό τροφίμων και φαρμάκων των Η.Π.Α (FDA) και ήδη κυκλοφορεί στο εμπόριο με την επωνυμία ReliefBand. Η συσκευή αυτή που εφαρμόζεται σαν βραχιόλι στο σημείο, απελευθερώνει ρεύμα μικρής έντασης (0-35 mA), δρώντας έτσι σαν συσκευή διαδερμικής νευροηλεκτρικής διέγερσης (TENS).

 

Αν όλα τα μέτρα που αναφέρθηκαν παραπάνω δεν σταθούν αποτελεσματικά στην αντιμετώπιση των συμπτωμάτων της πρωινής ναυτίας ή οι έμετοι αυξάνουν σε συχνότητα, τότε ο γιατρός είναι σε θέση να συστήσει φαρμακευτική αγωγή η οποία συνήθως περιλαμβάνει αντιεμετικά (μετοκλοπραμίδη) ή αντιϊσταμινικά (διφαινυδραμίνη – προμεθ;αζίνη) φάρμακα. Στις περιπτώσεις υπερέμεσης της κύησης όπου τα σημεία της αφυδάτωσης είναι εμφανή, συστήνεται εισαγωγή σε νοσοκομείο και ενδοφλέβια χορήγηση υγρών, ηλεκτρολυτών και βιταμινών, προκειμένου να αντιμετωπισθούν οι απώλειες.

Οι φυσιολογικές αλλαγές στη λειτουργία των συστημάτων της εγκύου, που αναφέραμε, κατατάσσουν αυτή σε μία τέτοια κατηγορία ατόμων, που ενώ είναι γερά, έχουν ανάγκη από ιδιαίτερη παρακολούθηση και ξεχωριστές φροντίδες.

Κατοικία. Η ζωή της εγκύου πρέπει να είναι, όσο το δυνατό, πιο άνετη και ευχάριστη στο σπίτι της, όταν μάλιστα ασχολείται με τα οικιακά. Υγιεινό είναι το σπίτι, που μας προστατεύει από τις καιρικές μεταβολές, που έχει επαρκή φωτισμό, αερισμό, θέρμανση, ύδρευση και αποχέτευση.

Η πείρα έδειξε, πως οι περισσότερες αυτόματες διακοπές της εγκυμοσύνης συμβαίνουν τις ημέρες που η έγκυος νοικοκυρά δείχνει περισσότερη δραστηριότητα, όπως παραμονές μεγάλων γιορτών ή ημέρες που αντιστοιχούν στην αλλαγή μιας εποχής του έτους, που την αναγκάζει να προσαρμόζει το σπίτι της σύμφωνα με τις απαιτήσεις της εποχής.

Ενδυμασία. Η έγκυος πρέπει να προτιμά φορέματα ευρύχωρα τόσο πολύ, ώστε να φαίνονται σαν να κρέμονται από τους ώμους της. Ο στηθόδεσμος, που θα πρέπει να προτιμάται, είναι αυτός, που απλά υποβαστάζει το στήθος, χωρίς να το πιέζει. Από το δεύτερο μήνα της εγκυμοσύνης οι μαστοί αρχίζουν να μεγαλώνουν και ο στηθόδεσμος δεν πρέπει να τους πιέζει.

Κατά την εγκυμοσύνη θα πρέπει να αποφεύγονται οι καλτσοδέτες και να χρησιμοποιούνται τα καλσόν. Αν υπάρχουν κιρσοί, πρέπει να χρησιμοποιούνται οι γνωστές κάλτσες ή ο ειδικός επίδεσμος.

Το βάδισμα της εγκύου έχει κάποια αστάθεια και γι’ αυτό το τακούνι της πρέπει να είναι χαμηλό, για να ισορροπείται καλύτερα το βάρος και να μη γέρνει το σώμα της προς τα εμπρός.

Εδώ, κρίνουμε σκόπιμο ν’ αναφερθούμε και στους φακούς επαφής των ματιών γιατί και αυτοί αποτελούν εξαρτήματα της σύγχρονης γυναίκας.Η κατακράτηση νερού από τον οργανισμό της εγκύου προκαλεί ελαφρά αλλαγή στο σχήμα των βολβών των ματιών. Έτσι, όταν η έγκυος φοράει φακούς επαφής η εφαρμογή τους παύει να είναι καλή. Επειδή και η σύνθεση των δακρύων στην εγκυμοσύνη αλλάζει, γι’ αυτό κρίνεται σκόπιμο να συμβουλέψουμε την έγκυο να τους αποφεύγει.

Κοινωνική ζωή. Οι συγκεντρώσεις, και ιδιαίτερα οι νυχτερινές, σε προχωρημένες ώρες, είναι ανάρμοστες για την κατάσταση της εγκύου. Οι επισκέψεις της εγκύου πρέπει να είναι περιορισμένες. Ο χορός αν εκτελείται με ορισμένους όρους, που δεν εξουδετερώνουν την ωφελεία του, είναι δυνατό να θεωρηθεί μία υγιεινή άσκηση, γιατί και ευχαρίστηση προκαλεί και κάποια μυϊκή εργασία τον συνοδεύει.

Τα θεάματα, μάλιστα τους τρεις τελευταίους μήνες, πρέπει ν’ αποφεύγονται, γιατί ο συγχρωτισμός προκαλεί της έλλειψη οξυγόνου. Τα θεάματα, ιδίως το χειμώνα, υποβοηθούν στη μετάδοση νοσημάτων, η ορθοστασία, η αναμονή, ο συνωστισμός κ.λ.π, αποτελούν παράγοντες που δεν ευνοούν την ομαλή εξέλιξη της εγκυμοσύνης.

Βάρος εγκύου. Το φυσιολογικό βάρος του σώματος, που πρέπει να παίρνει κάθε μήνα, κυμαίνεται ανάμεσα στο 1-1,5 κιλό από την 13η εβδομάδα της εγκυμοσύνης. Το επιτρεπόμενο βάρος, που θα πάρει σ’ όλη την εγκυμοσύνη, να είναι 10-12 κιλά.

Κάπνισμα. Προκαλεί γέννηση πρόωρων και λιπόβαρων εμβρύων. Διαπιστώθηκε ακόμα ότι είναι δυνατό να προκαλέσει και πνευματική καθυστέρηση, που εκδηλώνεται στο τέλος της παιδικής ηλικίας. Εφόσον δεν μπορούμε να πετύχουμε την τέλεια αποχή της εγκύου από το κάπνισμα, θα συστήσουμε τη μέτρια χρήση του. Οκτώ ως δέκα τσιγάρα την ημέρα δεν προκαλούν βλάβη στον οργανισμό της. Αλλά και στη μέτρια χρήση δεν θα πρέπει να παραλείπει τα εξής: ν’ αποφεύγει όσο το δυνατό, την εισπνοή του καπνού, να μεταχειρίζεται ειδικό φίλτρο, να προτιμάει το κάπνισμα μετά το φαγητό, να μη καπνίζει ολόκληρο τσιγάρο, γιατί από τη μέση και κάτω είναι γεμάτο τοξικές ουσίες. Να προτιμάει τσιγάρα καλής ποιότητας.

Οινόπνευμα. Σε συχνότητα 30% τα παιδιά, που γεννήθηκαν από αλκοολική μητέρα παθαίνουν αλκοολικό σύνδρομο του εμβρύου, που χαρακτηρίζεται από επιβράδυνση της σωματικής ανάπτυξης, διανοητική καθυστέρηση, ανωμαλίες του σκελετού, του προσώπου, της καρδιάς κ.λ.π Βλαπτική επίδραση στο έμβρυο έχει και η πρόσκαιρη μέθη, όταν συμπέσει με την ημέρα της ωοθυλακιορηξίας και την επιτυχία γόνιμης συνουσίας.

Επάγγελμα. Τα περισσότερα από τα επαγγέλματα της γυναίκας δεν απαιτούν δραστηριότητα τέτοια, ώστε να μη συνδυάζονται με την εγκυμοσύνη. Όσο για τις έγκυες, που η εργασία τους περιορίζεται στις δουλειές του σπιτιού, όχι μόνο επιτρέπονται αυτές, αλλά και είναι απαραίτητες, αρκεί να μην την κουράζουν. Τέλος όποια και να είναι η φύση της εργασίας της εγκύου έξι εβδομάδες πριν από το τοκετό και τουλάχιστο άλλες έξι ύστερα από φυσιολογικό τοκετό.

artmomΣυζυγικές σχέσεις. Η συνουσία συστήνεται ως το τέλος του όγδοου μήνα, αρκεί αυτή να γίνεται με μέτρο και ηπιότητα. Άλλοι συστήνουν στη γυναίκα ν’ αποφεύγει τη συνουσία τους πρώτους και τους τελευταίους μήνες της εγκυμοσύνης. Θα λοιπόν την ήπια και με μέτρο συνουσία ως τον όγδοο μήνα της εγκυμοσύνης. Η στάση του ζευγαριού κατά τη διάρκεια της συνουσίας να είναι πλάγια, δηλαδή ο άνδρας να είναι πίσω από την έγκυο γυναίκα, γιατί τότε δεν πιέζεται η κοιλιά της και γιατί οι γλουτοί εμποδίζουν τη βαθιά είσοδο του πέους.

Περιποίηση μαστών και κοιλίας. Αυτή συνιστάται στην εφαρμογή ειδικού στηθόδεσμου, που φέρνει το στήθος στη φυσιολογική του θέση, χωρίς να το πιέζει, στην καθαριότητα, που εξασφαλίζεται με τακτικό πλύσιμο, στην επάλειψη με βαζελίνη ή λανολίνη και στη τοποθέτηση ταλκ στη κάτω επιφάνεια των μαστών που εφάπτεται στο θώρακα. Οι θηλές που εισέχουν έχουν ανάγκη από μασάζ που γίνεται με το δείχτη και τον αντίχειρα σταυρωτά και με τράβηγμα προς τα έξω, μετά τον έκτο μήνα.

Άλλη φροντίδα της εγκύου είναι η επάλειψη των κοιλιακών τοιχωμάτων με βαζελίνη ή λανολίνη, κάθε βράδυ και σ’ όλη την έκσταση της κοιλιάς. Έτσι το δέρμα μαλακώνει και αποκτάει μεγαλύτερη ελαστικότητα.

Ταξίδια. Όταν η διαδρομή περνάει τα 200-300χιλ/τρα, είναι καλύτερο να προτιμάται ο σιδηρόδρομος, γιατί το ταξίδι θα είναι πιο άνετο μ’ αυτόν. Μικρές, όμως, διαδρομές 50-100χιλ/τρων και εκδρομές σε ομαλούς δρόμους μπορούμε να τις επιτρέψουμε, όταν η εξέλιξη της εγκυμοσύνης είναι φυσιολογική. Την οδήγηση θα την επιτρέψουμε στην έγκυο μόνο για ένα σύντομο περίπατο σε δρόμους χωρίς κίνηση, τους τρεις όμως τελευταίους μήνες δεν πρέπει να οδηγεί καθόλου.

Από πολλούς δεν συστήνεται η χρησιμοποίηση αεροπλάνου από την έγκυο. Φαίνεται, όμως, πως εκτός από ορισμένες ειδικές αντενδείξεις, ένα αεροπορικό ταξίδι σε κανονικό ύψος, δηλ. μέχρι 3000 μέτρα και για απόσταση 1000 χιλ/τρα δεν πρέπει να μας φοβίζει.

Ασκήσεις. Μια απλή άσκηση για την έγκυο είναι ο περίπατος, όταν φυσικά ο καιρός το επιτρέπει. Ένας περίπατος, σε ηλιόλουστη ημέρα, θα την ανακουφίσει ψυχικά. Το βάδισμα της θα πρέπει να είναι τεμπέλικο και ν’ αποφεύγει δρόμους με κίνηση. Στην επίδοση σπορ η έγκυος θα πρέπει να είναι επιφυλακτική.

Επιδρά στο μελλοντικό βάρος μου:

Οι έγκυες γυναίκες που διατρέφονται περισσότερο από το κανονικό, αποτελούν αιτιολογικό παράγοντα για την εμφάνιση παιδιών, τα οποία ως ενήλικες, θα είναι υπέρβαρα. Η διαπίστωση αυτή προέκυψε από σχετική έρευνα Αυστραλών ερευνητών, η οποία αφορούσε πειράματα σε χοίρους. Τα πειράματα έγιναν σε 100 χοίρους από τους οποίους οι μισοί διατρέφονταν κανονικά, ενώ οι άλλοι μισοί διατρέφονταν, κατά το δεύτερο στάδιο της εγκυμοσύνης τους, με τροφές με αυξημένο αριθμό θερμίδων.
Προέκυψε ότι τα μωρά των εγκύων χοίρων, που διατρέφονταν περισσότερο, εμφάνιζαν υψηλότερα επίπεδα της ορμόνης εκείνης, που ελέγχει την όρεξη, γεγονός που συνεπάγεται ότι όταν μεγαλώσουν, θα είναι υπέρβαρα. Σύμφωνα με δηλώσεις του επικεφαλής της έρευνας δρ Οουεν η μελέτη αυτή μπορεί εύκολα να μεταφερθεί ανάλογα και στον άνθρωπο, ενώ τόνισε ότι ‘ο τρόπος που τρέφονται οι γυναίκες, κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης τους, αναμφίβολα επηρεάζει το βάρος και την υγεία των παιδιών τους’.
Να σημειωθεί ότι τα άτομα, των οποίων η μητέρα διατρεφόταν υπερβολικά, κατά τη διάρκεια της κύησης, κινδυνεύουν επιπλέον να εμφανίσουν σακχαρώδη διαβήτη και καρδιακά νοσήματα. Οι ερευνητές εκτιμούν ότι γνωρίζουν περισσότερα πράγματα αυτή τη στιγμή σχετικά με την ενδεδειγμένη δίαιτα των εγκύων ζώων, από ότι των ανθρώπων και διευκρίνισαν ότι χρειάζονται περαιτέρω έρευνες, για να διαπιστωθεί ποιά είναι η ιδανική δίαιτα για τις εγκυμονούσες γυναίκες.

Αιτία Προβλημάτων Καρδίας:

Τα βρέφη επηρεάζονται από τη διατροφή της μητέρας τους, κατά τη διάρκεια της παραμονής τους στη μήτρα. Παιδιά τα οποία γεννιούνται από μητέρες, που υποσιτίζονται κατά τη διάρκεια του πρώτου τριμήνου της εγκυμοσύνης τους, έχουν μεγαλύτερο κίνδυνο να αναπτύξουν καρδιακά νοσήματα, όταν ενηλικιωθούν, σύμφωνα με τους ερευνητές. Τα στοιχεία εξήλθαν από τον Ολλανδικό λιμό του 1944-1945, που επήλθε όταν οι συμμαχικές δυνάμεις δεν κατόρθωσαν να καταλάβουν τη γέφυρα του Ρήνου στο Αρνεμ. Από το μέγεθος του λιμού, οι ενήλικες του Αμστερνταμ κατανάλωναν ημερησίως μερίδες, που η θερμιδική τους αξία δεν υπερέβαινε τις 400 θερμίδες. Οι ερευνητές εξέτασαν περίπου 700 άτομα, ηλικίας 50 ετών, τα οποία γεννήθηκαν μεταξύ Νοεμβρίου 1943 και Φεβρουαρίου 1947. Επίσης εξέτασαν τα αρχεία της γέννησής τους. Οι 24 από αυτούς, δηλαδή ένα ποσοστό μόλις 3%, είχαν στεφανιαία νόσο της καρδιάς. Κατά τη γέννησή τους είχαν βάρος κάτω του μέσου όρου, είχαν μικρότερο μέγεθος κρανίου ενώ οι μητέρες τους ήταν πιο αδύνατες από ότι εκείνων των ανθρώπων, που δεν παρουσίαζαν καρδιακή νόσο. Ως ενήλικες επίσης παρουσίαζαν αυξημένη πίεση, ζύγιζαν περισσότερα κιλά και είχαν υψηλότερα επίπεδα χοληστερόλης. Αλλά τα άτομα εκείνα των οποίων οι μητέρες λιμοκτονούσαν κατά τις πρώτες 13 εβδομάδες της εγκυμοσύνης, είχαν τρεις φορές περισσότερες πιθανότητες να υποστούν καρδιακό νόσημα, από ότι εκείνοι, των οποίων η σύλληψη δεν έγινε μέσα στην περίοδο του λιμού. Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι δεν συνέβαινε το ίδιο και για τις περιπτώσεις εκείνες των ανθρώπων, των οποίων οι μητέρες λιμοκτονούσαν κατά το δεύτερο και τρίτο τρίμηνο της εγκυμοσύνης τους. Οι ερευνητές δε καταλήγουν ότι όχι μόνο ‘Ένα εχθρικό εμβρυακό περιβάλλον συμμετέχει στην εμφάνιση καρδιαγγειακών νοσημάτων κατά την ζωή ενός ενήλικα, αλλά επιπλέον τα αποτελέσματα εξαρτώνται από την ηλικία της κυοφορίας, στην οποία εμφανίζεται’.
Η Σάρα Στάννερ, διατροφολόγος του Βρετανικού Ιδρύματος Διατροφής, απευθυνόμενη σε γυναίκες της Βρετανίας, οι οποίες γέννησαν ολιγοβαρή βρέφη, δήλωσε ότι δεν πρέπει να υπάρχει αδικαιολόγητη ανησυχία, καθώς οι γυναίκες αυτές ακολουθούσαν προφανώς καλύτερη διατροφή από αυτή που ακολουθούσαν οι γυναίκες κατά τη διάρκεια του πολέμου. Δήλωσε δε ότι τα βρέφη βρίσκονται σε κίνδυνο εάν η μητέρα τους βρισκόταν σε καταστάσεις λιμού, κατά τους πρώτους μήνες της εγκυμοσύνης της, και στη συνέχεια αυτά αύξησαν ταχύτατα και απότομα το βάρος τους είτε λίγο πριν τη γέννησή τους, είτε κατά τα πρώτα χρόνια της ζωής τους. Συγκεκριμένα ανέφερε ότι το φαινόμενο αυτό ‘μπορεί να αποδίδεται στο γεγονός ότι το σώμα προσαρμόζεται στο γεγονός ότι υποσιτίζεται με αποτέλεσμα όταν έρχεται αντιμέτωπο με αφθονία φαγητού, να μην μπορεί να ταιριάσει με τις συνθήκες αυτές’. Η κ. Στάννερ δήλωσε ότι είναι πολύ δύσκολο να ενθαρρύνει κανείς τις γυναίκες να ακολουθούν σωστή διατροφή από τους πρώτους μήνες της εγκυμοσύνης, καθώς συνήθως έχουν μπει ήδη στο πρώτο τρίμηνο της εγκυμοσύνης τους, όταν αντιλαμβάνονται ότι είναι έγκυες. Για το λόγο αυτό τονίζει ότι η μόνη λύση για όλους είναι να προσπαθούμε να ακολουθούμε, ανά πάσα στιγμή, μία υγιεινή και ισορροπημένη διατροφή.

Φυλλικό Οξύ:

Οι περισσότερες γυναίκες σήμερα δε γνωρίζουν ότι η πρόσληψη φυλλικού οξέος πριν και κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης μπορεί να μειώσει τον κίνδυνο διαταραχών του νευρικού σωλήνα του εμβρύου. Το υπουργείο υγείας της Μεγάλης Βρετανίας ανακοίνωσε ότι μία στις πέντε γυναίκες που βρίσκονται στην αναπαραγωγική ηλικία, δε γνωρίζουν τίποτα για τις πιθανές ευεργετικές ιδιότητες του φυλλικού οξέος, ενώ έχει κάνει συστάσεις στις γυναίκες που προσπαθούν να αποκτήσουν παιδί ή είναι έγκυες, να παίρνουν συμπληρώματα φυλλικού οξέος.
Ενώ οι διαταραχές του νευρικού σωλήνα πλήττουν περισσότερα από 2000 μωρά, κάθε χρόνο στη Μεγάλη Βρετανία, μόλις το 15 % των γυναικών που έμειναν έγκυες ή που προσπάθησαν να αποκτήσουν παιδί, πήραν συμπληρώματα φυλλικού οξέος.
Στη δημοσκόπηση που έγινε, βρέθηκε ότι μόλις το 1/5 των γυναικών ηλικίας 15-55 ετών στη Μεγάλη Βρετανία γνωρίζουν ότι υπάρχουν οφέλη από την πρόσληψη φυλλικού οξέος αλλά δεν ξέρουν ότι θα πρέπει να λαμβάνεται πριν αλλά και κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης.
Η επιστημονική επιτροπή (COMA – Committee on Medical Aspects of Food and Nutrition Policy) που ασχολείται με τα θέματα διατροφής και διατροφικής πολιτικής, σε προηγούμενη ανακοίνωσή της είχε τονίσει ότι εάν εμπλουτιστεί το αλεύρι με 240mg φυλλικού οξέος ανά 100γρ, θα μπορούσε να μειώσει τον κίνδυνο ανάπτυξης διαταραχών του νευρικού σωλήνα του εμβρύου κατά 41%. Με αυτό τον τρόπο θα καλύψει και τις περιπτώσεις της μη αναμενόμενης εγκυμοσύνης, όπου οι γυναίκες συχνά δε το γνωρίζουν μέχρι και σε προχωρημένο στάδιό της.

Γενικά

 Κατά τη διάρκεια της κύησης είναι πολλοί οι εξωγενείς παράγοντες οι οποίοι μπορεί να απειλούν τόσο τη μητέρα όσο και το έμβρυο. Ορισμένοι από αυτούς, μπορεί να είναι τόσο σημαντικοί και ο κίνδυνος πρόκλησης βλάβης στη μητέρα ή στο έμβρυο, εξ΄αιτίας τους, να είναι τόσο πιθανός, ώστε η συγκεκριμένη κύηση να περιλαμβάνεται στις περιπτώσεις κυήσεων υψηλού κινδύνου. Παρατίθενται ορισμένοι σημαντικοί βλαπτικοί παράγοντες και οι κίνδυνοι που απορρέουν από αυτούς.

Αλκοόλ

Το αλκοόλ αυξάνει αφενός τον κίνδυνο αποβολών και αφετέρου τον κίνδυνο εμφάνισης συγγενών ανωμαλιών., Υπάρχει το λεγόμενο Εμβρυικό Αλκοολικό Σύνδρομο (FetalAlcoholSyndrome – FAS), το οποίο εμφανίζεται σε περιπτώσεις κατάχρησης οινοπνεύματος, δηλαδή λήψη ποσότητας άνω των 42 γραμμαρίων καθαρού οινοπνεύματος ημερησίως. Το σύνδρομο αυτό χαρακτηρίζεται από λειτουργικές και ανατομικές ανωμαλίες διαφόρων συστημάτων και συγκεκριμένα προκαλεί:

 

α. υπολειπόμενη ανάπτυξη του εμβρύου

β. ανωμαλίες του κεντρικού νευρικού συστήματος, όπως μικροκεφαλία, διαταραχές συμπεριφοράς, διαταραχές της προσοχής και υπερκινητικότητα στην παιδική ηλικία, ελαφρά έως και μέτρια πνευματική καθυστέρηση

γ. υποπλασία του προσώπου στη μέση περιοχή, που εμφανίζεται με μικρή μύτη, λεπτά τα άνω χείλη του στόματος και μικρούς οφθαλμούς.

Όταν η έκθεση στο οινόπνευμα είναι μικρότερη, μπορεί να εμφανιστούν συγγενείς ανωμαλίες κυρίως από την καρδιά και τους νεφρούς. Επιπλέον εκτός από τα ανωτέρω ο αλκοολισμός κατά την κύηση σχετίζεται με αυξημένο ποσοστό αυτομάτων αποβολών και ύπαρξη πλακούντων, με βάρος μικρότερο από το φυσιολογικό. Μέχρι σήμερα δεν έχει προσδιορισθεί κάποια ποσότητα οινοπνεύματος, η οποία θα μπορούσε να θεωρηθεί ασφαλής δόση για το έμβρυο, καθώς το βέβαιο είναι ότι η αιθανόλη διαπερνάει τον πλακούντα και εμφανίζεται στην εμβρυϊκή κυκλοφορία με την ίδια συγκέντρωση που εμφανίζεται στην κυκλοφορία της μητέρας.

Κάπνισμα

Το κάπνισμα έχει ενοχοποιηθεί για αύξηση των αυτομάτων αποβολών, της πρόωρης αποκόλλησης του πλακούντα, του προδρομικού πλακούντα, της πρώιμης ρήξης των υμένων του εμβρύου, των πρόωρων τοκετών, της γέννησης λιποβαρών νεογνών και της περιγεννητικής θνησιμότητας. Επιπλέον η νικοτίνη ενοχοποιείται ότι σχετίζεται και με το σύνδρομο αιφνιδίου θανάτου των βρεφών και με διαταραχές της συμπεριφοράς των παιδιών. Ο αριθμός των επιπλοκών αυξάνεται ευθέως ανάλογα με τον αριθμό των τσιγάρων, που καταναλώνονται σε ημερήσια βάση. Κατά τη διάρκεια του καπνίσματος προκαλείται ένωση μεταξύ του μονοξειδίου του άνθρακα και της αιμοσφαιρίνης του αίματος και κατά συνέπεια μειώνεται η προσαγωγή του οξυγόνου στο έμβρυο, επιπλέον εξαιτίας της νικοτίνης ελαττώνεται η παροχή αίματος στη μήτρα, ενώ η παρουσία ενώσεων θείου και κυανίου μειώνει την ενδοκυτταρική κατανάλωση του οξυγόνου. Ουσίες δε που υπάρχουν στο τσιγάρο, όπως το κάδμιο και οι πολυκυκλικοί αρωματικοί υδρογονάνθρακες επηρεάζουν ακόμα και τη λειτουργία του πλακούντα.

Ναρκωτικά

drugsΗ χρήση ναρκωτικών, όπως η κοκαΐνη, τα παραισθησιογόνα και η μαριχουάνα είναι ιδιαίτερα βλαπτική για την εγκυμοσύνη.Τα ναρκωτικά κατά τη διάρκεια της κύησης αυξάνουν για τη μητέρα και τον κίνδυνο εμφάνισης άλλων νοσημάτων ή επιπλοκών, κυρίως λόγω της πλημμελούς φροντίδας της προσωπικής της ζωής. Ετσι η εξαρτημένη γυναίκα μπορεί να εμφανίσει σεξουαλικά μεταδιδόμενα νοσήματα, όπως σύφιλη, βλεννόρροια, AIDS, μπορεί να εμφανίσει λοιμώξεις του ουροποιητικού και αναιμία, εξαιτίας του υποσιτιμσμού της. Οι έγκυες δε που κάνουν χρήση ναρκωτικών ουσιών πρέπει να υποβάλονται συχνά σε ειδικές εργαστηριακές εξετάσεις για έλεγχο χλαμυδιακής και ερπητικής λοίμωξης, για προσδιορισμού του φυλλικού οξέος, της ουρίας, κρεατινίνης, αντισωμάττων ηπατίτιδας, ενώ απαιτείται διενέργεια καλλιέργειας ούρων ανά δίμηνο.

Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι οι γυναίκες που κάνουν χρήση ναρκωτικών ουσιών παρουσιάζουν αμηνόρροια, γεγονός που καθιστά πολύ δύσκολο τον ακριβή προσδιορισμό της πραγματικής ηλικίας κύησης και για το λόγο αυτό συνιστάται συχνός και έγκαιρος υπερηχογραφικός έλεγχος.

Από άποψη δράσης προς το έμβρυο τα ναρκωτικά διέρχονται τον πλακούντα και ασκούν άμεση επίδραση σε αυτό. Οι περισσότερες από αυτές τις ουσίες προκαλούν αγγειοσύσπαση στα αγγεία της εμβρυοπλακουντιακής μονάδας, γεγονός που συνεπάγεται την μειωμένη προσαγωγή θρεπτικών ουσιών και οξυγόνου. Η πορεία της κύησης και του τοκετού συνήθως παρουσιάζει πλήθος επιπλοκών όπως είναι ο οξύς ή ο πρόωρος τοκετός, η αυτόματη αποβολή, η πρόωρη ρήξη των υμένων, η πρόωρη αποκόλληση του πλακούντα, ακόμα και η ρήξη της μήτρας. Το δε έμβρυο συνήθως είναι υπολειπόμενου βάρους ενώ μετά τη γέννησή του κατά κανόνα εκδηλώνει συμπτώματα στερητικού συνδρόμου. Ιδιαίτερα καταστροφικές είναι οι συνέπειες της κοκαΐνης, ειδικά της κρυσταλλοειδούς μορφής της (crack). Λόγω της αγγειοσύσπασης που προκαλεί επιφέρει υπέρταση, ταχυκαρδία, στηθάγχη ή εμφράγματα μυοκαρδίου, εγκεφαλικές θρομβώσης ακόμη και θάνατο. Είναι 3 φορές πιο θανατηφόρος από την ηρωΐνη, η δε αποδόμησή της από έμβρυο δεν είναι εφικτή επειδή το ήπαρ του εμβρύου είναι ανώριμο. Το γεγονός αυτό συνεπάγεται ότι ενώ στο ενήλικα αποβάλλεται εντός 1-2 ημερών στο έμβρυο αποβάλλεται εντός 4-6 ημερών. Τα παιδιά που προέρχονται από μητέρες-χρήστριες κοκαΐνης μπορεί να παρουσιάσουν ψυχοκινητικές διαταραχές και σύνδρομο αιφνιδίου θανάτου της παιδικής ηλικίας. Η θεραπευτική προσέγγιση αυτών των γυναικών απαιτεί μείωση της ψυχοσωματικής κόπωσης, ανάγκη κατανόησης της συχνής παρακολούθησης της κύησης και χρησιμοποίηση ειδικευμένου ιατρικού προσωπικού.

Η προσπάθεια οξείας διακοπής των ναρκωτικών ουσιών δεν είναι δόκιμη καθώς ενεργοποιεί πλήθος επιπτώσεων όπως οξεία αποστέρηση μητέρας και εμβρύου, ενδομήτρια υπερδραστηριότητα του εμβρύου και εμβρυικούς σπασμούς, έξοδο μηκωνίου και ενδομήτριο ή νεογνικό θάνατο. Η θεραπευτική αντιμετώπιση απαιτεί κατ’ αρχάς την αντικατάσταση των ναρκωτικών ουσιών από μεγάλες δόσεις μεθαδόνης, οι οποίες σταδιακά και βαθμιαία ελαττώνονται, με στόχο τη επίτευξη της μεγαλύτερης μείωσης έως τον τοκετό. Για το νοεγνό η θεραπεία του στερητικού συνδρόμου πρέπει να αρχίσει το τρίτο 24ωρο από τη γέννησή του με χορήγηση μεθαδόνης ή διαζεπάμης.

Ακτινοβολία

radioactiveΟι επιπτώσεις της ακτινοβολίας στο έμβρυο εξαρτώνται απόλυτα από τη δόση, στην οποία έχει εκτεθεί η γυναίκα. Συνήθως η αιτία έκθεσης μίας εγκύου στην ακτινοβολία είναι η διενέργεια ακτινογραφιών για διαγνωστικούς λόγους. Για το λόγο αυτό πρέπει να αποφεύγονται οι ακτινοβολίες στο δεύτερο μισό του εμμηνορρυσιακού κύκλου. Σε κάθε περίπτωση δόση μικρότερη των 5 rads θεωρείται ότι δεν είναι ιδιαίτερα επικίνδυνη για το έμβρυο ενώ είναι σε δόση άνω των 50 rads οι δυσμενείς επιπτώσεις είναι βέβαιες και σε ορισμένες περιπτώσεις πολύ σοβαρές. Η κύρια βλαπτική επίδρασή της στο έμβρυο, που βρίσκεται στο στάδιο του μοριδίου ή βλαστιδίου είναι ο εμβρυικός θάνατος. Στην περίοδο της οργανογένεσης οι επιδράσεις είναι η υπολειπόμενη ανάπτυξη, συγγενείς ανωμαλίες και κυρίως ανωμαλίες του κεντρικού νευρικού συστήματος, όπως μικροκεφαλία και πνευματική καθυστέρηση, στείρωση. Στην προχωρημένη κύηση η ακτινοβολία σχετίζεται άρρηκτα με αυξημένη εμφάνιση λευχαιμίας και καρκινογένεσης.

Υπέρηχοι

ultra soundΟι υπέρηχοι και τα μικροκύματα θεωρείται ότι επειδή δεν προκαλούν ιονισμό των ιστών, δεν προκαλούν και μεταβολή του DNA και κατά συνέπεια δεν ενοχοποιούνται για καρκινογένεση ή μεταλλάξεις των κυττάρων. Οι βιολογικές επιδράσεις τους η υπερθερμία (για τα μικροκύματα) και η υπερθερμία και οι μηχανικές επιδράσεις στους ιστούς, (για τους υπερήχους), δράση η οποία φαίνεται να είναι ακίνδυνη. Στο σημείο αυτό πρέπει να αναφέρουμε ότι οι υπέρηχοι ανάλογα με την τεχνική που ακολουθούν έχουν και διαφορετική παραγωγή ενέργειας. Διαφορετική παραγωγή έχει η απεικόνιση με realtime τεχνική και διαφορετική με συσκευές Doppler, όπου η δέσμη είναι ακίνητη ενώ συνήθως χρησιμοποιούνται υψηλότερες συχνότητες από τις κλασικές εφαρμογές απεικόνισης, με αποτέλεσμα να εμφανίζεται μεγαλύτερη παραγωγή ενέργειας. Σε κάθε περίπτωση πάντα η εφαρμογή των υπερήχων τόσο από πρακτική όσο και από θεωρητική άποψη είναι όχι μόνο αποδεκτή αλλά και ασφαλής. Κατά το ίδιο τρόπο δεν φαίνεται να συντρέχει ιδιαίτερος κίνδυνος για το έμβρυο από την πιθανή έκθεση της εγκύου σε μη ιονίζουσα ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία (όπως ραντάρ, μικροκύματα τηλεφωνίας, φούρνοι μικροκυμάτων κλπ).

Φυσική άσκηση

Η φυσική άσκηση στις εγκύους πρέπει να γίνεται με μέτρο. Σε κάθε περίπτωση δεν πρέπει να προκαλεί ταχύπνοια και ταχυκαρδία μεγαλύτερη των 120 παλμών το λεπτό, ενώ σε κυήσεις υψηλού κινδύνου το όριο ασφαλείας είναι μεγαλύτερο. Ο λόγος είναι ότι κατά την εκτέλεση της φυσικής άσκησης η ροή του αίματος ανακατανέμεται και προκαλείται αγγειοσύσπαση, η οποία μειώνει την προσαγωγή του αίματος στα σπλάχνα και τους νεφρούς, ενώ η αιματική ροή μπορεί να μειωθεί έως και 80%, ανάλογα με την ένταση της άσκησης. Αυτή η διαδικασία είναι ενδεχόμενο να επηρεάζει και τη μήτρα.

Επιπλέον είναι γνωστό ότι κατά την εκτέλεση ασκήσεων η θερμοκρασία του σώματος αυξάνει, με ταυτόχρονη αύξηση της καρδιακής παροχής, καθώς για να αποβληθεί η θερμοκρασία διενεργείται διαστολή των αγγείων του δέρματος. Άμεση συνέπεια είναι η μετατόπιση μεγάλου όγκου του αίματος από τα σπλάχνα και τους νεφρούς στους γραμμωτούς μύες και στο δέρμα. Η έντονη άσκηση δημιουργεί παράκαμψη της ροής του αίματος από τη μήτρα με αποτέλεσμα να μειώνεται η θερμοκρασία του εμβρύου -η οποία σημειωτέον κανονικά είναι κατά 1 °C μεγαλύτερη της μητέρας- και να μειώνεται η μεταφορά οξυγόνου, με άμεση συνέπεια την επιβάρυνση της εμβρυικής καρδιακής λειτουργίας. Εξάλλου, η ανάπαυση έχει ευεργετικές συνέπειες στην κυκλοφορία του αίματος, στη μήτρα και τον πλακούντα.

Πώς και γιατί αλλάζει

η καρδιά μας

Κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης το γυναικείο σώμα διαφοροποιεί σημαντικά τις λειτουργίες του, καθώς προετοιμάζεται για το δύσκολο έργο του τοκετού.Το ίδιο φυσικά ισχύει και για το καρδιαγγειακό σύστημα, που λόγω των αλλαγών εμφανίζει κάποια συγκεκριμένα συμπτώματα.

Ποια είναι αυτά και πότε κρίνονται φυσιολογικά;

Η εγκυμοσύνη προκαλεί σημαντικές και αναστρέψιμες συνήθως μεταβολές στο γυναικείο καρδιαγγειακό σύστημα. Οι μεταβολές αυτές τόσο στην καρδιακή όσο και στην αγγειακή λειτουργία κατά τη διάρκεια της κύησης και του τοκετού αποτελούν προσαρμοστικούς μηχανισμούς προστασίας της μητέρας στο stress.

Όλες οι αιμοδυναμικές μεταβολές υποχωρούν φυσιολογικά μέσα στις πρώτες εβδομάδες της λοχείας. Είναι σημαντικό να θυμάται κανείς κατά την παρακολούθηση της εγκύου ότι το έμβρυο και ο πλακούντας είναι συνδεδεμένα και επηρεάζουν με τη λειτουργία τους την υγεία της επιτόκου.

 

Σ τ η ν  ε γ κ υ μ ο σ ύ ν η

Η εγκυμοσύνη ενεργοποιεί τρεις ταυτόχρονες κυκλοφορικές καταστάσεις στο καρδιαγγειακό σύστημα της μητέρας:

 

  • μια εσωτερική αύξηση έργου που μοιάζει με άσκηση αντοχής,

  • μια αλλαγή στο κυκλοφορικό σύστημα, που μοιάζει με ύπαρξη μεγάλης αρτηριοφλεβικής επικοινωνίας, και

  • μια αιμοδυναμική κατάσταση που μοιάζει με αυτήν της καρδιακής ανεπάρκειας υψηλής παροχής.

 

Σε απάντηση αυτών συμβαίνουν ανατομικές αλλαγές, όπως αύξηση του μεγέθους της καρδιάς, αύξηση του ενδοαγγειακού όγκου, δημιουργία νέας μικροκυκλοφορίας, αλλαγή στην ανταπόκριση του ενδοθηλίου σε αγγειοδραστικούς παράγοντες, αύξηση της κατακράτησης του ύδατος, αύξηση της μάζας των ερυθροκυττάρων, αύξηση ορισμένων παραγόντων πήξης –όπως ινωδογόνου και πλασμινογόνου- και χαλάρωση του φλεβικού δικτύου.

Άμεσο αποτέλεσμα όλων αυτών είναι:

  1. η αύξηση του όγκου του αίματος κατά 40%,

  2. η αύξηση της καρδιακής παροχής κατά 30-50%

  3. η αύξηση της καρδιακής συχνότητας

  4. η σταθεροποίηση της αρτηριακής πίεσης, και

  5. η μείωση των περιφερικών αγγειακών αντιστάσεων.

 

 

Σ τ ο ν  τ ο κ ε τ ό

Το άγχος, ο πόνος και οι συσπάσεις της μήτρας όλα μαζί προκαλούν σημαντικές αιμοδυναμικές μεταβολές κατά τη διάρκεια του τοκετού και της γέννησης (έξοδος του εμβρύου). Η κατανάλωση οξυγόνου τριπλασιάζεται. Η καρδιακή παροχή αυξάνεται μέχρι 50% κατά τη διάρκεια των συσπάσεων, το ίδιο και η καρδιακή συχνότητα. Η συστολική και διαστολική πίεση αυξάνουν σημαντικά κατά τις συσπάσεις με μεγαλύτερη αύξηση στο δεύτερο στάδιο του τοκετού.

Οι αιμοδυναμικές μεταβολές κατά τον τοκετό επηρεάζονται και από τον τύπο της αναισθησίας και της αναλγησίας. Η μείωση του πόνου και του φόβου με περιοχική και ραχιαία αναισθησία ελαττώνουν την αύξηση της κατανάλωσης οξυγόνου, τις αιμοδυναμικές μεταβολές και την καρδιακή παροχή, αλλά δεν προλαμβάνουν την αύξηση της καρδιακής παροχής από τις συσπάσεις της μήτρας.

 

Σ τ η ν   κ α ι σ α ρ ι κ ή  τ ο μ ή

 

Για να αποφευχθούν οι αιμοδυναμικές μεταβολές που συνδέονται με τη γέννηση από τον κόλπο, συχνά συνιστάται καισαρική τομή σε γυναίκες με καρδιαγγειακές παθήσεις. Όμως, και αυτή η μέθοδος δεν είναι άμοιρη σημαντικών αιμοδυναμικών διαταραχών, που προκύπτουν από τη διασωλήνωση, την τεχνική και τα φάρμακα που χρησιμοποιούνται για την αναισθησία και την αναλγησία, τον όγκο της απώλειας του αίματος, την εγχείρηση της κοιλιάς, την άρση της συμπίεσης της κάτω κοίλης φλέβας, την αποσωλήνωση και τη μετεγχειρητική ανάνηψη.

 

Σ τ η  λ ο χ ε ί α

 

Η κλινική εικόνα επιδεινώνεται στην άμεση μετά τη γέννηση περίοδο, όταν η φλεβική επιστροφή αυξάνεται μετά την έξοδο του εμβρύου και την άρση της συμπίεσης της κάτω κοίλης φλέβας. Εκτός αυτού το αίμα από τη συσπώμενη κενή μήτρα μεταφέρεται στη γενική κυκλοφορία (αυτομετάγγιση) και αυξάνει το προφόρτιο.

Αυτή η μεταβολή του δραστικού όγκου αίματος παρά την απώλεια αίματος οδηγεί σε αύξηση της καρδιακής παροχής. Ωστόσο εντός της πρώτης ώρας παρατηρείται ελάττωση της καρδιακής παροχής, η οποία φτάνει στα προ της κύησης επίπεδα 24 ώρες μετά.

 

Η  α ξ ι ο λ ό γ η σ η  τ η ς  κ α ρ δ ι α κ ή ς  λ ε ι τ ο υ ρ γ ί α ς

 

Η γυναίκα με φυσιολογική εγκυμοσύνη είναι αναμενόμενο να νιώθει κόπωση ή μειωμένη ανοχή στην κόπωση, αίσθημα παλμών, ορθόπνοια και δύσπνοια. Γι’αυτό είναι σημαντική η έγκαιρη αξιολόγηση τυχόν μεταβολών των συμπτωμάτων και σημείων που υποδηλώνουν εμφάνιση ή εξέλιξη καρδιακού νοσήματος (προοδευτικά επιδεινούμενη δύσπνοια ή ορθόπνοια, παροξυσμική νυχτερινή δύσπνοια, αιμόπτυση, στηθαγχικός πόνος και συγκοπή κατά την άσκηση).

 

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Είναι πλέον γενικά παραδεκτό ότι στην εποχή μας η παχυσαρκία έχει λάβει ενδημικές διαστάσεις, ενώ ταυτόχρονα αποτελεί και ουσιαστικό προδιαθετικό παράγοντα για εμφάνιση πολλών σοβαρών ή χρόνιων καταστάσεων. Κατά τη βιβλιογραφία η παχυσαρκία συνεπάγεται αυξημένα ποσοστά σακχαρώδη διαβήτη, οστεοαρθρίτιδας, καρδιοαγγειακής νόσου, διαταραχών από το αναπνευστικό, καρκίνου του μαστού και της μήτρας, διαταραχών από το αναπαραγωγικό σύστημα, καθώς και αυξημένα ποσοστά θνησιμότητας και θνητότητας.

Ειδικότερα, στις έγκυες γυναίκες η παχυσαρκία εμφανίζει ισχυρή συσχέτιση με δυσμενή έκβαση και περάτωση της εγκυμοσύνης, καθόσον έχουν διαπιστωθεί υψηλά ποσοστά υπέρτασης στην εγκυμοσύνη, προεκλαμψίας, σακχαρώδη διαβήτη της κύησης, αποπεράτωσης του τοκετού με καισαρική τομή, υπέρβαρων νεογνών (LGA, large for gestational age) και ενδομητρίου θανάτου. Το σωματικό βάρος αποτελεί μεταβλητή παράμετρο και συνεπώς είναι δύσκολο να καθορισθούν με ακρίβεια τα όρια μεταξύ φυσιολογικής κατάστασης, υπέρβαρου ατόμου και παχυσαρκίας.

Παρά, δε, το γεγονός ότι το σωματικό βάρος εξαρτάται από το ισοζύγιο μεταξύ προσλαμβανομένων και καταναλισκόμενων θερμίδων, η παχυσαρκία δεν αποτελεί το αποτέλεσμα ενός μόνον αιτίου, αλλά συνδυασμού περιβαλλοντολογικών και γενετικώς καθοριζόμενων αιτιών.Ως παχυσαρκία εννοείται η αύξηση του σωματικού λίπους. Επειδή, όμως, ο καθορισμός αυτός είναι αρκετά δυσχερής, στην καθημερινή πράξη έχει καθιερωθεί ο προσδιορισμός του δείκτη μάζας σώματος (ΔΜΣ), ο οποίος (εκπεφρασμένος με ανθρωπομετρικούς όρους) αναφέρεται στη σωματική κατάσταση του ανθρώπου και βρίσκεται αν διαιρέσουμε το βάρος του σώματος (σε χιλιόγραμμα) δια του ύψους (σε μέτρα) υψωμένο στο τετράγωνο (ΒΜΙ: W/Η²). Σύμφωνα δε με τον δείκτη μάζας σώματος, το βάρος ενός ατόμου μπορεί να βρεθεί: κατώτερο του φυσιολογικού, φυσιολογικό, ανώτερο του φυσιολογικού, να ανήκει στην κατηγορία της ελαφράς παχυσαρκίας ή, τέλος, στην βαρεία παχυσαρκία. Κατά τους Υoung και Woodmansee, δεν θεωρείται ορθό να γίνεται αναφορά στο φυσιολογικό ή ιδανικό βάρος σώματος ενός ανθρώπου, αλλά στο επιθυμητό.

Η παχυσαρκία διακρίνεται σε κεντρικού και περιφερικού τύπου, ανάλογα με το σημείο στο οποίο είναι συσσωρευμένο το λίπος, με την κεντρική παχυσαρκία να παρατηρείται κατά κανόνα σε αυξημένη συχνότητα στις μεγάλες ηλικίες και στους άνδρες. Από την παθοφυσιολογία είναι γνωστό ότι:

Ι. Σε κεντρικό επίπεδο η παχυσαρκία, μέσω της υπερινσουλιναιμίας την οποία δημιουργεί ή προάγει, είναι σε θέση να προκαλέσει:

 

α) Αύξηση των ελεύθερων λιπαρών οξέων λόγω ενεργοποίησης της λιπάσης, αύξηση των τριγλυκεριδίων, αύξηση της LDL χοληστερόλης και ελάττωση της HDL χοληστερόλης

β) Υπέρταση, λόγω αυξημένης κατακράτησης του νατρίου (από την ενεργοποίηση του συμπαθητικού)

γ) Ελάττωση της έκκρισης από το ήπαρ: i) της SHBG και άρα αύξηση του ελεύθερου κλάσματος των κυκλοφορούντων οιστρογόνων (αυξημένος κίνδυνος κακοήθειας του ενδομητρίου) και ανδρογόνων (αυξημένα ποσοστά υπογονιμότητας και ανωοθυλακιορρηξίας) και ii) της IGF.BP-1 και άρα αύξηση του ελεύθερου κλάσματος του IGF-1.

δ) Στα κύτταρα της θήκης (στην ωοθήκη) η υπερινσουλιναιμία προκαλεί:

  • i) αύξηση του IGF-1 και άρα αύξηση του ελεύθερου κλάσματος των κυκλοφορούντων οιστρογόνων και ανδρογόνων και

  • ii) αύξηση της παραγωγής των ανδρογόνων, μέσω της αυξημένης δράσης της στην LH.

 

 

II. Σε επίπεδο περιφέρειας, δηλαδή στον περιφερικό λιπώδη ιστό, στις παχύσαρκες γυναίκες υπάρχει, όχι μόνο αυξημένη παραγωγή ανδρογόνων, αλλά και έντονος μεταβολισμός των ανδρογόνων σε οιστρογόνα, παρά το γεγονός ότι το επίπεδο των ανδρογόνων στο αίμα είναι περίπου το ίδιο μεταξύ παχύσαρκων και μη παχύσαρκων γυναικών.

III. Η παχυσαρκία επιβαρύνει την ήδη αυξημένη περιφερική αντίσταση στην ινσουλίνη, αφού τα λιποκύτταρα δια¬θέτουν μικρότερο αριθμό υποδοχέων ινσουλίνης.

IV. Σε καταστάσεις, όπου παρατηρείται αυξημένη περιφερική αντίσταση στην ινσουλίνη, το πρόβλημα εντοπίζεται στα όργανα-στόχος (ήπαρ, μυϊκός ιστός, λιπώδης ιστός), στα οποία και δρα η ινσουλίνη και, τέλος

V. Επειδή η παχυσαρκία αυξάνει την περιφερική αντίσταση στην ινσουλίνη, επιδεινώνεται ακόμα περισσότερο ο μηχανισμός ομοιόστασης μεταξύ γλυκόζης και ινσουλίνης, με τελικό αποτέλεσμα να αυξάνεται ο κίνδυνος εμφάνισης σακχαρώδη διαβήτη της κύησης και κατ’ επέκταση και νεογνικού σακχαρώδη διαβήτη. Σκοπός της παρούσης αναδρομικής ερευνητικής μελέτης υπήρξε η διερεύνηση του βαθμού κατά τον οποίο επιβαρύνεται τόσον η κύηση όσο και το άμεσο περιγεννητικό αποτέλεσμα σε υπέρβαρες και ιδίως σε παχύσαρκες έγκυες, σε σύγκριση με αυτό που παρατηρήθηκε σε έγκυες με επιθυμητό σωματικό βάρος.

ΥΛΙΚΟ ΚΑΙ ΜΕΘΟΔΟΣ

Μελετήθηκαν συνολικά 462 έγκυες, οι οποίες προσήλθαν (Ιανουάριος 2001-Ιανουάριος 2003) προς εξέταση και παρακολούθηση στα εξωτερικά ιατρεία του Νοσοκομείου Καβάλας. Από αυτές, συμπεριλήφθηκαν τελικά στη μελέτη μόνον οι 328 (ποσοστό 71%), επειδή για τις υπόλοιπες 134 δεν συγκεντρώθηκαν επαρκή δημογραφικά και στατιστικά στοιχεία, ενώ σε όσες περιπτώσεις μία γυναίκα είχε περισσότερες από μία εγκυμοσύνες κατά το προαναφερθέν χρονικό διάστημα, καταγράφηκε μόνον η πρώτη. Με την έναρξη της εγκυμοσύνης, δηλαδή κατά τη διάρκεια του πρώτου τριμήνου, γίνονταν η πρώτη καταμέτρηση τόσο του ύψους (σε μέτρα) όσο και του βάρους (σε χιλιόγραμμα) της εγκύου και ακολουθούσε ο υπερηχογραφικός προσδιορισμός της ηλικίας της κύησης, ο οποίος και επαναλαμβάνονταν κατά το δεύτερο τρίμηνο (20η-22η W). Κριτήρια επιλογής θεωρήθηκαν: η ηλικία (17-35 έτη), ο αριθμός των εμβρύων (μονήρης κύηση) και ο τόκος (I-IV), ενώ, κριτήρια αποκλεισμού αποτέλεσαν ο ινσουλινοεξαρτώμενος σακχαρώδης διαβήτης και η χρόνια (προϋπάρχουσα της εγκυμοσύνης) υπερτασική νόσος.

Ερευνήθηκαν:

 

(Α) Η εμφάνιση επιπλοκών κατά τη διάρκεια της κύησης, ήτοι προεκλαμψία, σακχαρώδης διαβήτης της κύησης, ενδομήτριος θάνατος προ ή κατά την 28η εβδομάδα.

(Β) Ο τρόπος (εξαρτώμενος εν πολλοίς και από το εκτιμώμενο βάρος σώματος του εμβρύου) και ο χρόνος αποπεράτωσης του τοκετού: πρόκληση τοκετού, καισαρική τομή, πρόωρος τοκετός (28η-37η W), παράταση της κύησης (πέραν της 41ης W), μεγάλα για την ηλικία κύησης νεογνά, νεογνά με βάρος σώματος μεγαλύτερο από 4.500 γραμμάρια. Ως μεγάλα για την ηλικία κύησης (LGA) θεωρήθηκαν τα νεογνά με βάρος σώματος μεγαλύτερο από την 90η θέση στην εκατοστιαία κλίμακα για την αντίστοιχη ηλικία κύησης.

(Γ) Οι παράμετροι που επηρέασαν το άμεσο περιγεννητικό αποτέλεσμα (εμβρυϊκή δυσχέρεια, Apgar 5 min κάτω του 7).

 

Με βάση τον δείκτη μάζας σώματος (Δ.Μ.Σ), οι έγκυες κατατάχθηκαν στις ακόλουθες τρεις ομάδας:

 

– Ομάδα Α: 152 (46,3%) με Δ.Μ.Σ από 18,5 μέχρι 24,9 kg/m²

– Ομάδα Β: 96 (29,3%) με Δ.Μ.Σ από 25,0 μέχρι 29,9 kg/m² και

– Ομάδα Γ: 80 (24,4%) με Δ.Μ.Σ ίσο ή μεγαλύτερο από 30,0 kg/m².

 

Στατιστική ανάλυση:

Η στατιστική ανάλυση έγινε με τη μέθοδο Mantel-Haenszel, δηλαδή με τη χρήση του πηλίκου των συμπληρωματικών πιθανοτήτων και των διαστημάτων αξιοπιστίας-95% (Odds ratio & Confidence Interνals-95%), η οποία αναφέρεται στην ύπαρξη ή μη συσχέτισης μεταξύ του παράγοντα που προκαλεί τη νόσο (αίτιο) και της έκθεσης στον κίνδυνο. Τιμές μικρότερες της μονάδας δείχνουν αρνητική συσχέτιση μεταξύ των δύο παραμέτρων, τιμές μεγαλύτερες της μονάδας θετική συσχέτιση (αυξανόμενες τιμές δείχνουν πιο ισχυρή συσχέτιση), ενώ τιμή ίση με τη μονάδα σημαίνει έλλειψη συσχέτισης. Επίσης, χρησιμοποιήθηκε η μέθοδος χ² (του Pearson), με σκοπό να επιβεβαιωθεί αν η υφιστάμενη διαφορά μεταξύ δύο ομάδων οφείλονταν ή όχι στο αίτιο, δηλαδή αν ήταν στατιστικά σημαντική (p<0.05), γεγονός που υποδηλώνει ότι υπάρχουν κατά 95% πιθανότητες, ώστε η προαναφερθείσα διαφορά να μην οφείλεται στο αίτιο. Η στατιστική επεξεργασία για τον καθορισμό της ομοιογένειας του δείγματος (υφίσταται, όταν p>0.05 ) έγινε με τη βοήθεια του προγράμματος SPSS-12 for windows.

ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ

Μεταξύ των τριών ομάδων παρατηρήθηκε ομοιογένεια ως προς την ηλικία (p: 0.29) και τον τόκο των εγκύων (p:0.42). Σε ότι αφορά την εμφάνιση επιπλοκών τόσο κατά τη διάρκεια της κύησης όσο και κατά τον τοκετό στις παχύσαρκες έγκυες, και σε σύγκριση με αυτές που παρουσίασαν φυσιολογικό Δ.Μ.Σ, διαπιστώθηκαν τα εξής:

 

– Ως προς την εμφάνιση προεκλαμψίας, βρέθηκε αύξηση του κινδύνου κατά 4,76 φορές (p<0,05), ενώ, αναφορικά με την εμφάνιση σακχαρώδη διαβήτη της κύησης η αντίστοιχη αύξηση έφθασε τις 13,4 φορές (p<0,01). Ο κίνδυνος να επέλθει ενδομήτριος θάνατος >28η εβδομάδα εκτιμήθηκε αυξημένος κατά 3,87 φορές (p>0,05). Τέλος, αναφερόμενοι στη συχνότητα ανάγκης τόσο για πρόκληση τοκετού όσο και για διεκπεραίωσή του με καισαρική τομή, διαπιστώσαμε αύξηση του κινδύνου, αντίστοιχα, κατά 2,92 (p<0,05) και 2,47 φορές (p<0,05).

– Αναφορικά με την εμφάνιση μεγάλων για την ηλικία κύησης (LGA) νεογνών, καθώς και νεογνών με βάρος σώματος μεγαλύτερο των 4.500 γραμμαρίων -καθόσον το βάρος σώματος των εμβρύων/νεογνών επηρεάζει κατά πολύ τον τρόπο αποπεράτωσης του τοκετού- διαπιστώθηκε στην πρώτη περίπτωση αύξηση του κινδύνου κατά 5,29 φορές(p<0,01), ενώ στη δεύτερη κατά 3,88 φορές (p<0,05). Σχετικά με τις παραμέτρους που επηρεάζουν το άμεσο περιγεννητικό αποτέλεσμα, εκτιμήθηκε αύξηση του κινδύνου για εμφάνιση εμβρυϊκής δυσχέρειας κατά 3,31 φορές (p>0,05), ενώ για Apgar score 5 min μικρότερο τού 7 κατά 1,95 φορές (p>0,05).

– Στη συνέχεια, και σε ότι αφορά την εβδομάδα κύησης κατά την οποία αποπερατώθηκε ο τοκετός, ο κίνδυνος για μεν πρόωρο τοκετό (28η – 37η W) εκτιμήθηκε σε 1,46 (p>0,05), για δε τοκετό μετά από την 41η εβδομάδα (παράταση κύησης) σε 1,42 (p>0,05).

– Τέλος, βρέθηκε ότι το ποσοστό των παχύσαρκων εγκύων γυναικών στις ηλικίες 33-37 έτη διέφερε στατιστικά σημαντικά (p<0.05) από το αντίστοιχο που παρατηρήθηκε στις ηλικίες 17-20 έτη, καθώς και ότι το ποσοστό των παχύσαρκων εγκύων γυναικών που βρίσκονταν σε τέταρτη κύηση διέφερε στατιστικά σημαντικά (p<0.05) από το αντίστοιχο που παρατηρήθηκε σε αυτές που βρίσκονταν σε πρώτη κύηση.

 

changingΣΥΖΗΤΗΣΗ

Από τα αποτελέσματα της παρούσης αναδρομικής μελέτης προέκυψε ισχυρού βαθμού συσχέτιση μεταξύ αφ’ ενός της παχυσαρκίας, που διαγνώστηκε κατά το πρώτο τρίμηνο της κύησης και αφ’ ετέρου τόσο της παρουσίας μαιευτικών επιπλοκών, που παρουσιάσθηκαν κατά το δεύτερο ήμισυ της εγκυμοσύνης, όσο και του δυσμενούς περιγεννητικού, αλλά και πρώιμου νεογνικού αποτελέσματος. Σε γενικές γραμμές, τα προαναφερθέντα αποτελέσματα συνά¬δουν με τα αναφερόμενα στη διεθνή βιβλιογραφία. Έτσι, ο Perlow και συν, ήδη από τα τέλη της δεκαετίας του ’80, στην εργασία τους που αναφέρονταν σε 111 έγκυες με παχυσαρκία βαρείας μορφής, βρήκαν υψηλού βαθμού συσχέτιση μεταξύ αυτής και α) του αυξημένου κινδύνου για διεκπεραίωση του τοκετού με καισαρική τομή (OR: 2,9), β) εμφάνισης Apgar score στα 5 πρώτα λεπτά <7 (OR: 3,0), γ) γέννησης νεογνών με βάρος σώματος >4.500 gr (OR: 8,1) και δ) υπολειπόμενης ενδομήτριας ανάπτυξης (OR: 9,3).

Σε παρόμοια μελέτη (το έτος 2004) που συμπεριέλαβε 188 έγκυες με βαρείας μορφής παχυσαρκία, ο Kumari AS διαπίστωσε αύξηση του κινδύνου τόσο για εκτέλεση καισαρικής τομής (OR: 2,3) όσο και για γέννηση νεογνών με βάρος σώματος μεγαλύτερο των 4.500 gr (OR: 3,9). Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της εργασίας των Stephansson και συν (το έτος 2001), έγκυες με δείκτη μάζας σώματος ίσο ή μεγαλύτερο από 30,0 kg/m², όχι μόνον εμφάνισαν διπλάσιο κίνδυνο (OR: 2,1) για ενδομήτριο θάνατο του εμβρύου (>28 W) σε σύγκριση με έγκυες που παρουσίασαν φυσιολογικό δείκτη μάζας σώματος (20.0-24.9), αλλά και όσο υψηλότερος βρίσκονταν ο βαθμός παχυσαρκίας τόσο αυξάνονταν και ο βαθμός συσχέτισής του με τα ποσοστά ενδομητρίου θανάτου του εμβρύου, ανεξάρτητα από την αιτία που τον προκαλούσε και η οποία δεν συμπεριλαμβανότανε στα ζητούμενα της μελέτης τους. Σε παρόμοια με¬λέτη οι Sebire και συν. (το έτος 2001) βρήκαν ότι έγκυες με δείκτη μάζας σώματος (? 30.0 kg/m²) παρουσίασαν αυξημένου βαθμού συσχέτιση αφ’ ενός με ανάγκη για πρόκληση τοκετού (OR: 3,3) και αφ’ ετέρου με κακώσεις του περινέου (OR: 5,7), που κατά κανόνα οφείλονταν στη μακροσωμία των νεογνών.

Τέλος, ο Baeten και συν. (το έτος 2001) διαπίστωσαν μείωση της συχνότητας εμφάνισης προδρομικού πλακούντα σε παχύσαρκες έγκυες, σε σύγκριση με τη συχνότητα που βρέθηκε σε έγκυες με δείκτη μάζας σώματος από 20.0 μέχρι 24.9 kg/m² ενώ ο Cnattingius και Lambe (το έτος 2002) βρήκαν ότι οι παχύσαρκες έγκυες, σε σύγκριση με τις επιθυμητού σωματικού βάρους, ήταν σε υψηλότερο ποσοστό μεγαλύτερες σε ηλικία, πολυτόκες και καπνίστριες (άνω των 10 τσιγάρα ημερησίως).

mom and dadΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

Από τα αποτελέσματα της μελέτης προέκυψε ότι η παχυσαρκία, η οποία διαπιστώθηκε σε έγκυες κατά τη διάρκεια του πρώτου τριμήνου της κύησης, συνοδεύθηκε από σημαντική επιβάρυνση τόσο της πορείας της εγκυμοσύνης όσο και του άμεσου περιγεννητικού αποτελέσματος. Επίσης, βρέθηκε ότι το ποσοστό των παχύσαρκων εγκύων γυναικών στις ηλικίες 33-37 έτη διέφερε σημαντικά από το αντίστοιχο που παρατηρήθηκε στις ηλικίες 17-20 έτη, καθώς και ότι το ποσοστό των παχύσαρκων εγκύων γυναικών που βρίσκονταν σε τέταρτη κύηση διέφερε σημαντικά από το αντίστοιχο που παρατηρήθηκε αυτές που βρίσκονταν σε πρώτη κύηση.

Τι πρέπει να προσέχουμε στη διάρκεια της εγκυμοσύνης

Η περίοδος της κυοφορίας είναι διπλά σημαντική για τη γυναίκα: ό,τι κάνει και μπορεί να επηρεάσει την ίδια μπορεί να επηρεάσει και το παιδί που θα φέρει στον κόσμο. Ιδιαίτερη περίπτωση είναι τα φάρμακα, που μπορεί να βοηθούν τη μέλλουσα μητέρα, αλλά ίσως κρύβουν κάποιον κίνδυνο για το βρέφος. Ποιοι είναι αυτοί οι κίνδυνοι, λοιπόν, και τι πρέπει να γνωρίζουμε;

Η κύηση αποτελεί μία από τις πιο σημαντικές και όμορφες περιόδους στη ζωή μιας γυναίκας. Κάποιες φορές επισκιάζεται από το άγχος της έκβασης της κύησης εξαιτίας της έκθεσης της εγκύου σε επιβλαβή αίτια ή συνηθέστερα λόγω της λήψης κάποιου φαρμάκου. Αν η χρήση του είναι επιβεβλημένη εξαιτίας κάποιου χρόνιου νοσήματος και έχει συνταγογραφηθεί από ιατρό, συνήθως υπάρχει βιβλιογραφία και πείρα που μπορεί να καθησυχάσει την έγκυο, το γυναικολόγο και, σε δεύτερο χρόνο, τον παιδίατρο.

Στις περιπτώσεις εκείνες, όμως, όπου η λήψη του φαρμάκου έγινε τυχαία πριν γίνει καν γνωστή η κύηση και χωρίς συνταγή ιατρού (οπότε δεν υπάρχει βιβλιογραφία), το άγχος της εγκύου και του περιβάλλοντός της είναι μεγάλο και οι σύμβουλοι γενετικής καλούνται να διαδραματίσουν καθοριστικό ρόλο. Για να βοηθήσουν την οικογένεια αναζητούν από το ιστορικό:

 

  • το φάρμακο στο οποίο εκτέθηκε η έγκυος,

  • το χρόνο κύησης,

  • το διάστημα,

  • τη δοσολογία,

  • επιπρόσθετους βλαπτικούς περιβαλλοντικούς παράγοντες (όπως ακτινοβολία) στους οποίους εκτέθηκε το έμβρυο,

  • πρόσθετα ιατρικά προβλήματα της μητέρας.

 

drugsΟι πιο συνηθισμένες κατηγορίες ουσιών που απασχολούν το γυναικολόγο και στη συνέχεια τον παιδίατρο που παραλαμβάνει το νεογνό, είναι οι εξής:

 

• • • Αντιβιοτικά: Η επιλογή αντιβιοτικού, η δοσολογία και η διάρκεια της θεραπείας καθορίζονται από το γυναικολόγο. Γενικά επιλέγονται ασφαλή αντιβιοτικά, όπως τα β-λακταμικά, κεφαλοσπορίνες α΄ γενιάς, μακρολίδες, ενώ αποφεύγονται η μετρονιδαζόλη κατά τη διάρκεια του β’ τριμήνου της κύησης, τα γλυκοπεπτίδια, οι αμινογλυκοσίδες και οι κινολόνες.

• • • Αντιεπιληπτικά:Είναι γνωστό ότι τα αντιεπιληπτικά φάρμακα αυξάνουν 2-3 φορές τον κίνδυνο για δομικές ανωμαλίες και νοητική υστέρηση στο έμβρυο που έχει εκτεθεί σε αυτά κατά τη διάρκεια της κύησης σε σχέση με το μη εκτεθειμένο έμβρυο του γενικού πληθυσμού. Τα νεότερα αντιεπιληπτικά φάρμακα έχουν αποδείξει την ασφάλειά τους για το έμβρυο που κυοφορείται, χωρίς να επηρεάζεται το θεραπευτικό τους αποτέλεσμα στην πάσχουσα μητέρα. Κρίνεται ωστόσο σκόπιμη η ενίσχυση της διατροφής της εγκύου με φυλλικό οξύ (εφόσον πρόκειται για προγραμματισμένη εγκυμοσύνη) τρεις μήνες πριν, αλλά και κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης.

• • • Αντιπηκτικά:Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η βαρφαρίνη, η οποία περνά διά του πλακούντα και έχει ενοχοποιηθεί για σκελετικές δυσπλασίες, ειδικά αν έχει χορηγηθεί στο δεύτερο μισό του πρώτου τριμήνου της εγκυμοσύνης. Σήμερα τα νέας γενιάς αντιπηκτικά είναι ασφαλή και η χρήση τους δεν συνδέεται με την εμφάνιση συγγενών ανωμαλιών.

• • • Λίθιο:Έχει συνδεθεί με συγγενείς ανωμαλίες από το καρδιαγγειακό σύστημα. Συνταγογραφείται από ψυχιάτρους.

• • • Ρετινοειδή: Έχουν συνδεθεί με ανωμαλίες τόσο από το καρδιαγγειακό όσο και από το νευρικό σύστημα. Πρόκειται για φάρμακα που δίνουν οι δερματολόγοι και περιέχονται σε κρέμες αντιγήρανσης.

• • • Αντιυπερτασικά:Χορηγούνται σε πολλές εγκύους, υπάρχει πείρα και η έκβαση της κύησης δεν επηρεάζεται. Νέας γενιάς φάρμακα, ασφαλή για το έμβρυο και τη μητέρα, χορηγούνται πλέον σε γυναίκες με αυτοάνοσα και χρόνια φλεγμονώδη νοσήματα, αλλά και ινοκυστική νόσο.

 

Ο ι « κ α κ έ ς » σ υ ν ή θ ε ι ε ς

Αν και δεν είναι φάρμακα, λόγω της διαδεδομένης χρήσης τους πρέπει να γίνει αναφορά και στα εξής:

 

• • • Αλκοόλ:Η ευρεία κατανάλωση αλκοόλ, και μάλιστα από νεαρές κοπέλες, έχει αυξήσει τη συχνότητα του fetalalcoholsyndrome. Εφόσον υπάρχει σαφές ιστορικό κατανάλωσης αλκοόλ από τη μητέρα και εμφανίζει το παιδί τα χαρακτηριστικά συμπτώματα αποστέρησής του, τίθεται η διάγνωση. Κάποιες κυβερνήσεις συνιστούν αποφυγή του αλκοόλ στις εγκύους σε όλη τη διάρκεια της εγκυμοσύνης.

• • • Ηρωίνη:Αν η έγκυος δεν αντιμετωπιστεί έγκαιρα με l-μεθαδόνη ή βουπρενορφίνη, οδηγεί σε παρατεταμένη νοσηλεία του νεογνού σε μονάδα εντατικής θεραπείας με επιπλεγμένη περιγεννητική περίοδο και σε καθυστέρηση στην ψυχοκινητική του εξέλιξη στο μέλλον.

• • • Αμφεταμίνες:Προκαλούν συγγενείς ανωμαλίες.

• • • Κοκαΐνη: Προάγει τον αγγειόσπασμο και ευνοεί έτσι τις αυτόματες αποβολές, αλλά και ανωμαλίες από τα άκρα και ενδοκρανιακή αιμορραγία στα έμβρυα.

• • • Μαριχουάνα: Οδηγεί σε ανεπαρκή ανάπτυξη και σύνδρομο στέρησης. Η χρήση ουσιών τριπλασιάζει τον κίνδυνο για εμφάνιση συγγενών ανωμαλιών και, αν σκεφθεί κανείς ότι συχνά συνυπάρχουν με ηπατίτιδες Α, Β, C, αλλά και με λοίμωξη από HIV, αντιλαμβάνεται ότι η έγκυος πρέπει έγκαιρα να ζητήσει βοήθεια για την αποφυγή επιπλοκών στο έμβρυο.

• • • Κάπνισμα:Το γεγονός ότι είναι διαδεδομένη συνήθεια σε συνδυασμό με το γεγονός ότι η κατάχρησή του κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης οδηγεί σε ελλιποβαρή νεογνά με αυξημένη συχνότητα ευρημάτων σπαστικής βρογχίτιδας στην πρώτη βρεφική ηλικία, καθιστά αναγκαία την επισήμανση για όσο το δυνατόν μικρότερη «κατανάλωση» καπνού κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης.

 

Συμπερασματικά, συνιστάται η αιτιολογημένη και κατόπιν ιατρικής γνωμάτευσης χορήγηση φαρμάκων κατά τη διάρκεια της αναπαραγωγικής ηλικίας κάθε γυναίκας.

Η δύναμη που έχει μια γυναίκα να φέρνει στον κόσμο ζωή δεν πρέπει να δυναμιτίζεται από την αλόγιστη χρήση φαρμάκων και ουσιών με δυνητικά ανεπιθύμητες παρενέργειες για τους πιο σημαντικούς ανθρώπους της ζωής της, τα παιδιά της.